Κεντρικό Θέμα
«Ρίχνει» τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων η επενδυτική βαθμίδα
Στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2022, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια της, υποχώρησαν την περασμένη εβδομάδα οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.
Την Πέμπτη, η απόδοση έκλεισε στο 3,34% με βάση την πλατφόρμα του Bloomberg, καταγράφοντας μείωση μεγαλύτερη από μισή ποσοστιαία μονάδα (58 μονάδες βάσης) σε σχέση με ένα μήνα πριν. Στο ίδιο διάστημα, η απόδοση των αντίστοιχων γερμανικών ομολόγων, τα οποία αποτελούν και τους τίτλους αναφοράς για την Ευρωζώνη, μειώθηκαν λιγότερο από μισή μονάδα (47 μ.β.) στο 2,19%, με συνέπεια να μειωθεί και το spread – η διαφορά της απόδοσης των ελληνικών σε σχέση με τα γερμανικά ομόλογα – στις 1,15 ποσοστιαίες μονάδες.
Συνεχίστηκε, έτσι, η τάση μείωσης του spread που είχε ξεκινήσει νωρίτερα φέτος, όταν είχε διαφανεί ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε την επενδυτική βαθμίδα με βάση τις εκθέσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης. Η τάση αυτή ενισχύθηκε μετά τις πρώτες εκλογές που έγιναν τον Μάιο, όταν έγινε φανερό ότι η Νέα Δημοκρατία θα κέρδιζε αυτοδύναμα τις εκλογές, διαλύοντας την όποια πολιτική αβεβαιότητα υπήρχε.
Πολλοί αναλυτές σημείωναν τότε ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είχε προεξοφληθεί από τους επενδυτές και επομένως, όταν η Ελλάδα θα την έπαιρνε «με τη σφραγίδα» των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, δεν θα υπήρχε περιθώριο για σημαντική περαιτέρω μείωση στο spread των ελληνικών ομολόγων.
Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας – τον Σεπτέμβριο από τον καναδικό οίκο DBRS, τον Οκτώβριο από τον αμερικανικό S&P και την 1η Δεκεμβρίου από τον επίσης αμερικανικό Fitch – η μείωση στο spread συνεχίστηκε. Την εβδομάδα που πέρασε μειώθηκε περαιτέρω κατά 11 μ.β. καθώς τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν πλέον να μπαίνουν σε μεγάλους διεθνείς δείκτες, όπως του Bloomberg, προσελκύοντας περισσότερους θεσμικούς επενδυτές.
Εφόσον η Ελλάδα πάρει την επενδυτική βαθμίδα και από τον τρίτο μεγάλο αμερικανικό οίκο Moody’s στην αξιολόγηση που θα κάνει τον Μάρτιο, θα διευρυνθεί ακόμη περισσότερο η δυνατότητα εισροών κεφαλαίων στα ελληνικά ομόλογα.
Εκτός από τη μείωση του spread, σημαντική είναι η ίδια η μείωση των αποδόσεων καθώς αυτή καθορίζει το κόστος δανεισμού του δημοσίου αλλά και των επιχειρήσεων που χρηματοδοτούνται από τις κεφαλαιαγορές. Η απόδοση των 10ετών διαμορφώνεται στο 3,3%, όταν για τα 10ετή αμερικανικά ομόλογα είναι στο 4,12% και των αντίστοιχων ιταλικών τίτλων στο 3,93%.
Στη μείωση των αποδόσεων συνέβαλε, εκτός από την επενδυτική βαθμίδα, η εδραία πεποίθηση των επενδυτών ότι η ΕΚΤ και η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) δεν πρόκειται να αυξήσουν άλλο τα επιτόκια και ότι θα προχωρήσουν νωρίτερα απ’ ότι αναμενόταν σε μειώσεις τους μέσα στο 2024.
Η απόδοση των 10ετών αμερικανικών ομολόγων, που είχε αγγίξει το 5% στα τέλη Οκτωβρίου, έκανε βουτιά μετά την τελευταία συνεδρίαση της Fed την 1η Νοεμβρίου, κατά την οποία η αμερικανική κεντρική τράπεζα άφησε ξανά αμετάβλητα τα επιτόκια. Στη συνέχεια, τα στοιχεία που έδειξαν τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να υποχωρεί στο 3,2% τον Οκτώβριο, ενίσχυσαν την τάση αποκλιμάκωσης της απόδοσης.
Στην Ευρωζώνη, οι αποδόσεις άρχισαν επίσης να υποχωρούν μετά την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ στην Αθήνα, στις 26 Οκτωβρίου, όταν τα επιτόκια έμειναν αμετάβλητα για πρώτη φορά μετά από 10 συνεχόμενες αυξήσεις. Τα καλύτερα από το αναμενόμενο στοιχεία για τον πληθωρισμό των τριών τελευταίων μηνών και ιδιαίτερα τον Νοέμβριο, όταν αυτός υποχώρησε στο 2,8%, έδωσαν νέο καύσιμο στη μείωση των αποδόσεων και κυρίως μετά τη συνέντευξη της Ίζαμπελ Σνάμπελ.
Η Σνάμπελ, που είναι Γερμανίδα και επηρεάζει σημαντικά τη διαμόρφωση της πολιτικής της ΕΚΤ, ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχουν άλλες αυξήσεις επιτοκίων στον ορίζοντα και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να γίνει η πρώτη μείωση τους πριν το καλοκαίρι του 2024.