Ειδήσεις
Έρευνα – Κάπνισμα: Δεν αφήνουν το τσιγάρο οι Έλληνες – Eλλιπής η ενημέρωση για τα εναλλακτικά προϊόντα
Μπορεί ένας μεγάλος αριθμός να συμμερίζεται αυτή την άποψη, ωστόσο, το 28,5% συνεχίζει να καπνίζει (2.250.000 άτομα) – ποσοστό μάλιστα σταθερό σε σχέση με πέρυσι. Το παράδοξο είναι ότι το 84% των καπνιστών ανησυχεί πως το κάπνισμα έχει σοβαρές επιπτώσεις για την υγεία του. Οι επιπτώσεις στην υγεία αποτελούν το κυρίαρχο κίνητρο διακοπής σε όλες τις πληθυσμιακές κατηγορίες (57%), ενώ το οικονομικό κόστος (14%) αποτελεί ένα δεύτερο ισχυρό κίνητρο διακοπής, κυρίως στις νεότερες ηλικίες καπνιστών. Αδυνατούν ωστόσο να απαλλαγούν από την κακή συνήθεια. Την ίδια στιγμή, φαίνεται πως μια αυξανόμενη μερίδα καπνιστών που δεν διακόπτει κάνει τη στροφή προς τα εναλλακτικά προϊόντα. Στην Ελλάδα σήμερα, 640.000 άτομα (8%) άνω των 21 ήδη τα χρησιμοποιεί– ποσοστό κατά 2,5% υψηλότερο από πέρυσι. Η έρευνα δείχνει επίσης πως το 58% των μη καπνιστών προτιμά κάποιος καπνιστής δίπλα τους να χρησιμοποιεί εναλλακτικούς τρόπους καπνίσματος αντί για τσιγάρο, η οσμή του οποίου είναι για την πλειονότητα των μη καπνιστών λόγος διενέξεων με τα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Φορολόγηση βάσει βλαπτικότητας καπνικών προϊόντων
Ταυτόχρονα με την αύξηση των χρηστών εναλλακτικών προϊόντων – ηλεκτρονικών τσιγάρων και θερμαινόμενων προϊόντων καπνού – ενισχύεται και η άποψη του κοινού για τον τρόπο φορολόγησης αυτών των προϊόντων. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η απάντηση στο ερώτημα – που τέθηκε στο πλαίσιο της έρευνας της Marc – αναφορικά με τη συσχέτιση μεταξύ της φορολόγησης και της βλαπτικότητας ενός προϊόντος. Το 63% του συνόλου των ερωτηθέντων της έρευνας και σχεδόν το 80% των χρηστών εναλλακτικών προϊόντων θεωρούν ότι η φορολόγηση των καπνικών προϊόντων πρέπει να γίνεται βάσει του βαθμού βλαπτικότητας τους. Η πλειονότητα δηλαδή των συμμετεχόντων στην έρευνα θεωρεί ότι η διαφορά στους φόρους θα πρέπει να αντικατοπτρίζει την διαφορά στα επιβλαβή συστατικά τους.
Μια προσέγγιση, μάλιστα, που εφαρμόζεται ήδη σε διάφορους κλάδους όπως στην αυτοκίνηση. Τα ηλεκτρικά ή υβριδικά αυτοκίνητα, για παράδειγμα, φορολογούνται σημαντικά χαμηλότερα από τα αυτοκίνητα με κινητήρα εσωτερικής καύσης. Αντίστοιχα και στον τομέα της ενέργειας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιστεύει σε μια φορολογία που βασίζεται σε δείκτες απόδοσης και ρύπανσης, καθώς έχει προτείνει να επιβάλλονται υψηλότεροι φόροι σε πιο ρυπογόνες πηγές ενέργειας και να φορολογούνται λιγότερο οι καθαρότερες πηγές ενέργειας.
Η διαφοροποίηση αυτή σε φορολογικούς συντελεστές μπορεί να αποτελέσει και λόγο ενθάρρυνσης της κοινωνίας να μεταβεί σε προϊόντα που έχουν μειωμένο αρνητικό αντίκτυπο στην υγεία και το περιβάλλον.
Έλλειψη ενημέρωσης για τα εναλλακτικά προϊόντα
Η έλλειψη ενημέρωσης για τα εναλλακτικά προϊόντα καπνίσματος είναι σταθερά παρούσα – και μάλιστα με μεγάλα ποσοστά – και στη φετινή έρευνα της Marc. Μόλις 1 στους 10 (11%) Έλληνες δηλώνουν επαρκώς ενημερωμένοι, ποσοστό, ωστόσο, αυξημένο κατά 2,4% συγκριτικά με την αντίστοιχη έρευνα του 2021, ενώ 3 στους 10 καπνιστές (36%), δηλώνουν πως γνωρίζουν ελάχιστα ή και τίποτα για τα εναλλακτικά προϊόντα καπνίσματος. Τις βασικές διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στα συμβατικά τσιγάρα και στα εναλλακτικά προϊόντα καπνού τις γνωρίζει μόλις το 33% των ερωτηθέντων.
Στα ευρήματα της έρευνας ξεχωρίζει το γεγονός ότι η πλειονότητα του πληθυσμού φαίνεται να αναγνωρίζει τις βλαπτικές επιδράσεις του τσιγάρου και πιστεύει σε ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό (56% φέτος από 48% για το 2021) πως τα εναλλακτικά προϊόντα καπνίσματος είναι μια καλύτερη εναλλακτική σε σχέση με το συμβατικό τσιγάρο.
Η έρευνα, μάλιστα, έδειξε ότι το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας (σε ποσοστό 87%) συμφωνούν ότι οι καπνιστές θα πρέπει να έχουν επαρκή ενημέρωση και πρόσβαση σε πληροφορίες, σχετικά με τις εναλλακτικές λύσεις καπνίσματος. Περισσότεροι από 6 στους 10 ερωτηθέντες (63%) δηλώνουν πως θα τα πρότειναν σε καπνιστές ευκολότερα εάν είχαν πιο σαφή ενημέρωση για τα επιστημονικά δεδομένα πίσω από αυτά.
Προβληματισμό, ωστόσο, προκαλεί η πηγή από την οποία προέρχεται η πληροφόρηση για τα εναλλακτικά προϊόντα καπνίσματος. Σύμφωνα με την έρευνα κύρια πηγή πληροφόρησης είναι οι φίλοι/γνωστοί (32%), και τα κοινωνικά δίκτυα (13%)και όχι οι επίσημες Αρχές, όπως θα αναμένετο.