Connect with us

Ειδήσεις

Προσεχώς αλλαγές στα διόδια της Αττικής Οδού

Published

on

Πρόταση για μείωση των διοδίων, τι εξετάζει το Υπουργείο Υποδομών ενόψει της νέας παραχώρησης της Αττικής Οδού. Η τελική απόφαση αναμένεται να ληφθεί πριν το τέλος του έτους. Τι θα γίνει με τα κλιμακωτά διόδια.

Η μείωση των διοδίων της Αττικής Οδού βρίσκεται «στο τραπέζι» ενόψει της νέας παραχώρησης του «χρυσοφόρου» οδικού άξονα (μετά τον Οκτώβριο του 2024), με την τελική απόφαση να λαμβάνεται πριν από το τέλος του έτους.

Πάντως, η πρόταση του ΤΑΙΠΕΔ (στην οποία έχει περάσει ο έλεγχος της Αττικής Οδού) για κλιμακωτές χρεώσεις ανάλογα με την ώρα της ημέρας φαίνεται ότι έχει απορριφθεί οριστικά.

Η «Αττική Οδός Α.Ε.» έχει εισπράξει περισσότερα από 3,3 δισ. ευρώ από τα διόδια από την αρχή της παραχώρησης το 2005 (οπότε τέθηκε σε πλήρη λειτουργία ο δρόμος) έως το 2021.

Όπως είναι επόμενο, το ύψος των διοδίων στην Αττική Οδό των αυτοκινητοδρόμων απασχολεί συζητήσεις σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο, καθώς δεν αποτελεί μόνο κρίσιμο στοιχείο του νέου διαγωνισμού αλλά και πολιτικό θέμα (και μάλιστα λίγους μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές).

Ο διαγωνισμός, σύμφωνα με την εφημερίδα «Η Καθημερινή», για τη νέα παραχώρηση του οδικού άξονα για τα επόμενα 25 χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη και το ΤΑΙΠΕΔ αναμένει την απόφαση της κυβέρνησης για το ύψος των διοδίων, ώστε να δώσει στις οκτώ κοινοπραξίες που εκδήλωσαν ενδιαφέρον το σχέδιο της σύμβασης για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

Πρόκειται για μια μάλλον ανορθόδοξη στρατηγική από πλευράς Ταμείου (η οποία είχε γίνει και κατά την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού), χαρακτηριστική της λογικής του ΤΑΙΠΕΔ, καθώς οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να συνδιαμορφώσουν τη σύμβαση που θα υπογράψουν.

Σύμφωνα με πληροφορίες, n εισήγηση του υπουργείου Υποδομών προς τον πρωθυπουργό είναι τα διόδια να διατηρηθούν στο ίδιο ή σε λελογισμένα χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με σήμερα.

Το κύριο επιχείρημα του υπουργείου Υποδομών είναι ότι ο άξονας εξυπηρετεί υπεραστικές μετακινήσεις (από την ανατολική στη δυτική Αττική, προς και από το αεροδρόμιο κ.ο.κ.) και δεν πρέπει να δεχθεί την περαιτέρω κυκλοφοριακή επιβάρυνση που θα έφερνε στον αυτοκινητόδρομο ένα πολύ χαμηλότερο ποσό διοδίων.

Γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε (να μην επιβαρύνεται ο άξονας από σύντομες μετακινήσεις) είχε επιλεγεί εξαρχής, από το 2004, η χρέωση ενιαίου ποσού, ανεξάρτητα από τη διαδρομή που ο οδηγός θα διανύσει.

Το υπουργείο Υποδομών εκτιμά ότι το ποσό διοδίων θα πρέπει να διατηρηθεί περίπου στα σημερινά επίπεδα, με δυνατότητα αύξησης σε βάθος χρόνου ανάλογα με τα κυκλοφοριακά δεδομένα.

Η πρόταση αυτή δεν είναι η μόνη που εξετάζεται. Σύμφωνα με πληροφορίες, σε κυβερνητικό επίπεδο έχει τεθεί παραχώρησης της Αττική Οδού και η πρόταση μιας πολύ μεγάλης μείωσης στην τιμή των διοδίων, με το επιχείρημα ότι ο άξονας έχει αποσβεστεί και συνεπώς δεν θα πρέπει ο οδηγός να επιβαρύνεται περαιτέρω με ένα τόσο υψηλό ποσό διοδίων. Η προσέγγιση αυτή είναι προφανώς πιο πολιτική.

Κλιμακωτά διόδια

Τέλος, η πρόταση που έχει καταθέσει το ΤΑΙΠΕΔ είναι η χρέωση να είναι υψηλότερη τις ώρες αιχμής του αυτοκινητοδρόμου και χαμηλότερη τις υπόλοιπες, με το σκεπτικό ότι η υψηλότερη χρέωση θα αποθαρρύνει την περαιτέρω επιβάρυνση τις ώρες αιχμής και θα αποτρέψει τον κορεσμό του δρόμου.

Η πρόταση αυτή, ωστόσο, δείχνει να έχει απορριφθεί, καθώς θεωρήθηκε ότι θα μετατρέψει τον οδικό άξονα σε «απρόσιτη πολυτέλεια» για ακόμα μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.

Κατά τα λοιπά, στόχος του ΤΑΙΠΕΔ είναι ο διαγωνισμός να προχωρήσει όσο πιο σύντομα γίνεται για δύο βασικούς λόγους.

Πρώτον, να αποφευχθεί το ενδεχόμενο το Δημόσιο να «συρθεί» σε παράταση της υφιστάμενης σύμβασης παραχώρησης και, δεύτερον, για λόγους αξιοπιστίας απέναντι στους επενδυτές.

Η ημερομηνία κατάθεσης οικονομικών προσφορών είναι ακόμα ρευστή και θα εξαρτηθεί από το πλήθος των παρατηρήσεων που θα κάνουν οι ενδιαφερόμενοι στο σχέδιο της σύμβασης.

Να σημειωθεί πάντως ότι, όπως αναφέρουν πηγές του υπουργείου Υποδομών, το TAIΠΕΔ δεν έχει όλα αυτά τα χρόνια εκπονήσει κυκλοφοριακή μελέτη για την Αττική Οδό, ώστε να έχει στοιχεία «από πρώτο χέρι», αλλά επαφίεται στα στοιχεία που παρέχει ο παραχωρησιούχος.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ