Ελλάδα
Άρση μέτρων: Τα τρία σενάρια για τον ελληνικό τουρισμό
Αρκετά τρωτά σημεία τα οποία θα παίξουν καθοριστικό ρόλο για το restart του κλάδου φαίνεται να έχει ο ελληνικός τουρισμός, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Delloitte για τις βασικές προκλήσεις κι αβεβαιότητες της βιομηχανίας της φιλοξενίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και δεδομένης της πρωτοφανούς πανδημικής κρίσης που κάνει αδύνατες τις ακριβείς προβλέψεις η εταιρεία παρουσιάζει τρία εναλλακτικά σενάρια για το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί ο τουρισμός τόσο αυτή όσο και την επόμενη χρονιά.
Το «ήπιο» σενάριο
Στην πρώτη περίπτωση, η οποία χαρακτηρίζεται ως «ήπιο» σενάριο, η πανδημία καταλαγιάζει νωρίτερα από ότι προβλέπουν οι περισσότεροι ειδικοί , στο γ’ τρίμηνο του έτους και μάλιστα με χαμηλά επίπεδα επανεμφάνισης, τα οποία διασφαλίζονται μέσω ελέγχων και ιχνηλάτησης κι όχι με παύση εργασιών στο μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας των χωρών.
Κάτι τέτοιο σε συνδυασμό με αποτελεσματικά υγειονομικά πρωτόκολλα που θα ανοίξουν την πλειονότητα των ξενοδοχείων τον Ιούλιο αλλά και ισχυρά κυβερνητικά μέτρα που θα τονώσουν τονώνουν την εγχώρια ζήτηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε σταδιακή επανέναρξη των ταξιδιών.
Σε αυτή την περίπτωση βέβαια, η τουριστική κίνηση είναι αισθητά μειωμένη αλλά η χρονιά δεν χάνεται εντελώς, αφού η Ελλάδα ως προορισμός βγαίνει επικοινωνιακά ενισχυμένη και ο τουριστικός κλάδος ανταποκρίνεται αποτελεσματικά, σε μεγάλο ποσοστό, στις λειτουργικές και χρηματοοικονομικές προκλήσεις.
Υπό αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε το 2021 να αποτελέσει χρονιά ισχυρής επανάκαμψης για τον ελληνικό τουρισμό με την θερινή σεζόν να ξεκινά ομαλά και την χώρα να ενισχύει το μερίδιο αγοράς της αξιοποιώντας το προβάδισμα που απέκτησε από την επιτυχή αντιμετώπιση της πανδημίας.
Σε αυτή την περίπτωση ο κλάδος θα έβγαινε σχετικά αλώβητος από την κρίση σε σχέση με τους ανταγωνιστές του η ανάκαμψη στα επίπεδα του 2019 έρχεται σε δύο με τρία έτη και μακροπρόθεσμα ο τουρισμός ενισχύεται.
Το «δυσμενές» σενάριο
Στο δεύτερο σενάριο, το οποίο χαρακτηρίζεται «δυσμενές» η πανδημία επιμένει και διαδοχικές εξάρσεις καταγράφονται ακόμα και μέσα στο καλοκαίρι.
Παρά τις προσπάθειες, η επανεκκίνηση των διεθνών ταξιδιών εμποδίζεται από τα lockdowns, τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς και τις υποχρεωτικές καραντίνες, ενώ τα υγειονομικά πρωτόκολλα αποδεικνύονται μη αποτελεσματικά. Ακόμα κι αν στην Ελλάδα παρατηρείται ύφεση του αριθμού των κρουσμάτων κατά την καλοκαιρινή περίοδο, βιώνουμε ένα δεύτερο κύμα από τον Σεπτέμβριο.
Σε αυτή την περίπτωση η σεζόν του 2020 για τα εποχιακά καταλύματα ουσιαστικά χάνεται καθώς μπορεί να βασιστεί μόνο στον – περιορισμένο – εγχώριο τουρισμό.
Μεγάλο πλήγμα δέχονται βέβαια και τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας αφού επαγγελματικά ταξίδια, εκδηλώσεις, συνέδρια και city break μειώνονται αισθητά τόσο το 2020 όσο και στις αρχές του 2021.
Με την σταδιακή υποχώρηση της πανδημίας από τα μέσα του 2021 τα ταξίδια αρχίζουν να ανακάμπτουν, αλλά με αργούς ρυθμούς και εν μέσω μιας συρρικνωμένης παγκόσμιας αγοράς.
Αξιοποιώντας την καλή εικόνα της χώρας σε σχέση με γειτονικούς κι άμεσα ανταγωνιστικούς προορισμούς, ο ελληνικός τουρισμός επανακάμπτει στα επίπεδα του 2019 το νωρίτερο σε τρία έως τέσσερα χρόνια, με αποτέλεσμα ο αριθμός πτωχεύσεων των τουριστικών επιχειρήσεων να είναι αυξημένος και να δημιουργηθεί μια δεύτερη γενιά κόκκινων δανείων στον τουρισμό.
Το «δριμύ» σενάριο
Το τρίτο και χείριστο σενάριο το οποίο χαρακτηρίζεται ως «δριμύ», η πανδημία δεν ξεπερνιέται ούτε το 2021 και διαρκεί μέχρι να βρεθεί το κατάλληλο εμβόλιο ή/και να επέλθει η «ανοσία της αγέλης».
Οι συνεχείς εξάρσεις της νόσου έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των διεθνών ταξιδιών και τις δύο χρονιές ενώ οι διεθνείς μετακινήσεις πλήττονται μακροπρόθεσμα λόγω φόβου και απομονωτισμού.
Σε αυτή την περίπτωση οι επιπτώσεις σε κοινωνία, οικονομία και διεθνείς αγορές θα είναι σοβαρές και κανείς δεν θα αποδειχτεί προετοιμασμένος. Η ευρύτερη αλυσίδα του ταξιδιωτικού κλάδου διαταράσσεται από την σοβαρή οικονομική κρίση που ακολουθεί την πανδημία, πολλές αεροπορικές εταιρείες, ξενοδοχεία και tour operator πτωχεύουν ή έρχονται αντιμέτωπες με σοβαρά λειτουργικά προβλήματα.
Οι αλλαγές στις συνήθειες των ταξιδιωτών είναι μακροπρόθεσμες, με αποτέλεσμα να παγιωθεί ένας αισθητά χαμηλότερος αριθμός μετακινήσεων, τόσο για αναψυχή όσο και για επαγγελματικούς λόγους, ιδιαίτερα σε ώριμες αγορές όπως η Ευρώπη.
Το χείριστο αυτό σενάριο θα σήμαινε για τον ελληνικό τουρισμό δύο εξολοκλήρου χαμένες χρονιές, σταδιακή ανάκαμψη από το 2022, και επιστροφή στα θεαματικά νούμερα του παρελθόντος τουλάχιστον μετά από μια πενταετία και εντός ενός πολύ διαφορετικού περιβάλλοντος.
Με αφορμή την έρευνα ο Θεόδωρος Παπακωνσταντίνου, Principal Strategy, Analytics and M&A του τμήματος Consulting της Deloitte τόνισε πως «οι επικεφαλής των επιχειρήσεων, όπως επίσης και όλοι οι εμπλεκόμενοι με τον κλάδο, καλούνται να λάβουν τώρα σημαντικές αποφάσεις, που εκτός της αντιμετώπισης των άμεσων προκλήσεων, ενδέχεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο και στη μελλοντική πορεία των επιμέρους οργανισμών, αλλά και του κλάδου ως σύνολο».
«Η κρίση του κορωνοϊού, αργά ή γρήγορα, θα περάσει και ότι ο ελληνικός τουρισμός θα επανακάμψει καθώς ο κόσμος ποτέ δεν θα σταματήσει να ταξιδεύει και η χώρα μας δεν θα απωλέσει τα σημαντικά της ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, ενώ μπορεί να βγει από την κρίση ακόμη πιο δυνατή, ιδιαίτερα σε σύγκριση με ανταγωνιστικούς τουριστικούς προορισμούς. “Πιθανώς όμως το τοπίο να είναι πολύ διαφορετικό… H επόμενη αυτή ημέρα θα ανήκει σε αυτούς που θα αποδεχθούν την αβεβαιότητα για τη νέα κανονικότητα που θα προκύψει στο μέλλον, σε αυτούς που θα έχουν το θάρρος και το κουράγιο να αναγνωρίσουν τι γνωρίζουν, και κυριότερα τι δεν γνωρίζουν, και να αντιληφθούν τη διαφορά μεταξύ των δύο» αναφέρει σχετικά οΒασίλης Καφάτος, Partner, Clients & Industries Leader – Travel, Hospitality & Services Leader της Deloitte. Πηγή: insider.gr