Connect with us

Κεντρικό Θέμα

Γιατί αυξάνονται από 1η Μαρτίου οι λογαριασμοί ρεύματος

Published

on

Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια.

Από την 1η Μαρτίου 2025, οι χρεώσεις για το Δίκτυο Μεταφοράς Ηλεκτρισμού αυξάνονται, σύμφωνα με απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ). Για τους οικιακούς καταναλωτές, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία, η χρέωση θα αυξηθεί από τα 0,844 στα 0,999 λεπτά ανά κιλοβατώρα, δηλαδή κατά 18,3%.

Αυτό σημαίνει ότι ένας μέσος καταναλωτής που χρησιμοποιεί 4.000 κιλοβατώρες τον χρόνο θα δει ετήσια επιβάρυνση περίπου 8 ευρώ, αν συμπεριληφθεί και ο ΦΠΑ.

Παρότι το ποσό αυτό μοιάζει μικρό – όσο περίπου δύο καφέδες τον χρόνο – η αύξηση δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Και αυτό γιατί δεν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό. Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με στοιχεία 1/3 της συνολικής αύξησης κατά 38% στην τιμή του ρεύματος από το 2021 οφείλεται στις αυξήσεις αυτών των χρεώσεων. Για παράδειγμα, ένα νοικοκυριό που το 2021 πλήρωνε 600 ευρώ τον χρόνο για ηλεκτρικό ρεύμα, σήμερα πληρώνει περίπου 828 ευρώ, εκ των οποίων πάνω από 75 ευρώ αντιστοιχούν στις αυξήσεις των ρυθμιζόμενων χρεώσεων.

Το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τη διαμόρφωση των χρεώσεων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας βασίζεται σε κοστολογικά δεδομένα του Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς, καθώς και σε προβλέψεις για τη ζήτηση και τις απαιτούμενες επενδύσεις στο δίκτυο. Οι αποφάσεις λαμβάνονται στη βάση μαθηματικών μοντέλων τιμολόγησης, τα οποία περιλαμβάνουν παραμέτρους όπως το κόστος συντήρησης του δικτύου, οι αποσβέσεις των επενδύσεων, οι κεφαλαιακές δαπάνες και οι απώλειες μεταφοράς.

Η δημοσιοποίηση των αποφάσεων αυτών γίνεται μέσω εγγράφων με τεχνική και νομική ορολογία, γεγονός που δυσχεραίνει την κατανόηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των αυξήσεων. Ο υπολογισμός της αύξησης κατά 18% στις χρεώσεις του Δικτύου Μεταφοράς δεν συνοδεύεται από αναλυτική αιτιολόγηση προσβάσιμη στο ευρύ κοινό, ούτε από συγκριτικά στοιχεία που να εξηγούν την απόκλιση σε σχέση με τις προηγούμενες χρεώσεις.

Επιπλέον, δεν παρέχεται επαρκής διαφάνεια όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο επιμερίζεται η αύξηση μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών καταναλωτών. Οι οικιακοί καταναλωτές, οι οποίοι αποτελούν τη μεγαλύτερη μερίδα χρηστών του συστήματος, επηρεάζονται άμεσα, ενώ δεν είναι σαφές αν οι μεγάλες βιομηχανικές μονάδες επιβαρύνονται αντίστοιχα. Παρόμοια πρακτική σε άλλους κλάδους, όπως οι τηλεπικοινωνίες ή οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, θα είχε ως αποτέλεσμα αυστηρό έλεγχο από τις ρυθμιστικές αρχές, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον βαθμό εποπτείας στον τομέα της ενέργειας.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ