Κεντρικό Θέμα
Πρόταση μομφής από τον ΣΥΡΙΖΑ για τις παρακολουθήσεις – Ξεκινά η συζήτηση
Πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης κατέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας κατά την παρέμβασή του στην Ολομέλεια της Βουλής για το ζήτημα των παρακολουθήσεων.
Κατά την ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας έκανε λόγο για ένα «εγκληματικό δίκτυο» στο Μέγαρο Μαξίμου με εγκέφαλο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Μεταξύ άλλων, κατά την τοποθέτησή του, αποκάλυψε το περιεχόμενο του φακέλου που έλαβε από τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο, μετά το αρχικό του αίτημα για τις επισυνδέσεις.
Όπως είπε ο κ. Τσίπρας, ο φάκελος που του δόθηκε από την ανεξάρτητη αρχή επιβεβαιώνει ότι 10 πρόσωπα παρακολουθούνταν συνολικά, μεταξύ των οποίων, ο νυν υπουργός Εργασίας και πρώην υπουργός Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, ο ευρωβουλευτής, Γιώργος Κύρτσος, οι δημοσιογράφοι, Τάσος Τέλλογλου και Θανάσης Κουκάκης αλλά και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, κ. Κωνσταντίνος Φλώρος, ο αρχηγός του ΓΕΣ, κ. Λαλουσης, ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, κ. Διακόπουλος, ο πρωήν και ο νυν επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης εξοπλισμών κοι Λάγιος και Αλεξόπουλος.
Ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι ο πρωθυπουργός «οργάνωσε αυτό το δίκτυο προκειμένου να έχει στο χέρι, όχι μόνο χρήσιμες πληροφορίες για τους πολιτικούς του αντιπάλους, τους πολιτικούς του φίλους, τους οικονομικούς παράγοντες του τόπου, τη στρατιωτική ηγεσία, τους δημοσιογράφους, τους αξιωματικούς του στρατεύματος. Αλλά και για να τους έχει στο χέρι τους ίδιους, να τους εκβιάζει. Να γνωρίζει τις σκέψεις, τις επιδιώξεις, τις αδυναμίες τους». Πρόσθεσε ότι «το δίκτυο αυτό το οργάνωσε με πολύ σοβαρό σχεδιασμό από τη πρώτη στιγμή που ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τόπου».
Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί
«Πρόταση μομφής» είναι η πρόταση που καταθέτει κόμμα της αντιπολίτευσης στη Βουλή των Ελλήνων, με σκοπό το Σώμα να άρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση ή από μέλος της.
Το καθεστώς που διέπει τη διαδικασία περιγράφεται πρωτίστως στο άρθρο 84 του Συντάγματος και με πιο αναλυτικό τρόπο στο άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής. Βάσει του άρθρου 84, η πρόταση δυσπιστίας κατατίθεται, εφόσον φέρει την υπογραφή του 1/6 του όλου αριθμού των βουλευτών (δηλαδή από 60 βουλευτές) και πρέπει να περιλαμβάνει με σαφήνεια τα θέματα, για τα οποία οι βουλευτές αίρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση εν συνόλω ή από κάποιο μέλος της.
Οι βουλευτές καταθέτουν την πρόταση προς τον Πρόεδρο της Βουλής κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας συνεδρίασης του Σώματος. Σε περίπτωση που η πρόταση υπογράφεται, όπως προαναφέρθηκε, από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, τότε η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός κι αν η κυβέρνηση ζητήσει να ξεκινήσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας.
Σε ό,τι αφορά τα χρονικά περιθώρια, ο Κανονισμός της Βουλής επισημαίνει πως η συζήτηση στην Ολομέλεια ολοκληρώνεται το αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της με ονομαστική ψηφοφορία. Σύμφωνα, πάντα με το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής, η συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας ξεκινά με την ομιλία δύο τουλάχιστον βουλευτών από εκείνους που την υπέγραψαν. Παράλληλα, μέχρι το τέλος της ομιλίας των δύο βουλευτών, συντάσσεται ο πλήρης κατάλογος των ομιλητών που θα τοποθετηθούν ενώπιον της Ολομέλειας.
Προκειμένου να γίνει δεκτή η πρόταση εναντίον της κυβέρνησης εν συνόλω ή κατά κάποιου μέλους, θα πρέπει να έχει υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151 βουλευτές). Επισημαίνει ότι δεν μπορεί να υποβληθεί εκ νέου πρόταση μομφής, εάν δεν έχει συμπληρωθεί χρόνος έξι μηνών, από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
[Με πληροφορίες από protothema.gr και kathimerini.gr]