Connect with us

Αφιερώματα

“Αναμνήσεις από την πόλη μας. Την ΝΕΑ ΙΩΝΙΑ.”, του Λουκά Χριστοδούλου [Αδημοσίευτο υλικό]

Published

on

Άρθρο του Λουκά Χριστοδούλου, Προέδρου του ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. Νέας Ιωνίας και της Ένωσης Σπάρτης Μ. Ασίας

 

Η πόλη που δημιούργησαν οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής, το 1953 συμπλήρωνε 30 χρόνια ζωής και είχε αρχίσει μια νέα αναπτυξιακή περίοδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον καταστρεπτικό Εμφύλιο.

Πριν από 70 χρόνια στη Ν. Ιωνία (1953) όταν εγώ ήμουνα στη κοιλιά της μαμάς Ελισάβετ και ήρθα στον κόσμο 4 μήνες αργότερα, κάπως έτσι θα ήταν η πόλη μας. Οι διαφορές μεταξύ 1953 και 1960 που θυμάμαι αρκετά καλά, δεν ήταν μεγάλες.

Η Νέα Ιωνία ήταν μια πόλη πολλή διαφορετική από την σημερινή, με μονώροφα άντε διώροφα σπιτάκια. Όλα προσφυγικά της δεκαετίας του 1920-1930. Τότε δεν είχε βρεθεί η αντιπαροχή. Ήρθε αργότερα και κατέστρεψε την πόλη. Πολλοί κάτοικοι δεν είχαν ούτε καν ρολόγια και κοίταζαν προς το καμπαναριό του Αγ. Γεωργίου στην Ελευθερούπολη για να δουν την ώρα στο ρολόι που είχε κάνει δωρεάν ο βιομήχανος Μάκης Σινιόσογλου (του εργοστασίου ΜΟΥΤΑΛΑΣΚΗ). Τα περισσότερα σπίτια είχαν την αυλή τους μπροστά και τον μικρό κήπο στο πίσω μέρος του σπιτιού.

 

 

Για την Ν. Ιωνία όλη της η εμπορική κίνηση ήταν από την οδό Ηρακλείου (στον παλιό Τροχονόμο) και ολοκληρώνονταν λίγο πιο πάνω από την διασταύρωση με την οδό Δαρδανελίων (σήμερα 28ης Οκτωβρίου), ενώ η αγορά της (τρόφιμα) ήταν μεταξύ των οδών Αγ. Φωτεινής και Πάρσης με προεξέχουσα θέση τα  Ψαράδικα (πρώην Flocafe) όπου στεγάζονταν 6-7 ψαράδες και όλη η περιοχή μύριζε ψαρίλα.

Στον Τροχονόμο στην Πλατεία Πάρσης (διασταύρωση Ηρακλείου και Χρυσ Σμύρνης) δέσποζαν τα καφενεία-παράγκες που τα βράδια μετατρέπονταν σε σουβλατζίδικα ή ουζερί. Στη μέση του καφενείου μια ξυλόσομπα και ο καπνός ντουμάνι από τα τσιγάρα Τα καφενεία ήταν ξύλινα παραπήγματα που βρίσκονταν πάνω σε πασσάλους και από κάτω πέρναγε το ρέμα που κατέβαινε από την Πεύκη (σήμερα διέρχεται κάτω από την οδό Αλατσάτων και Πάρσης). Πολλά βράδια διάφοροι ερασιτέχνες τραγούδαγαν με την συνοδεία ούτι, τούς καημούς τους και τραγούδια από τις αλησμόνητες πατρίδες. Πολλές φορές και στα τούρκικα

Μια πόλη που τις παραμονές των Χριστουγέννων τα κρεοπωλεία κρεμούσαν στα τσιγκέλια τους λάμπες χρωματιστές και διαλαλούσαν τα σφάγια τους. Τα παιδιά με τα τρίγωνα να τριγυρνούν και να γελούν λέγοντας κάλαντα εισπράττοντας μερικές δεκάρες ή πενηνταράκια ή στην καλύτερη περίπτωση δραχμές ή κουραμπιέδες και μελομακάρονα.

Οι μπακάληδες  να σου βάζουν την φέτα και τον παστουρμά σε κομμάτια εφημερίδας ή να κάνουν χωνιά με εφημερίδες για να σου βάλουν φασόλια ή φακές. Αν ήθελες λάδι έπρεπε να φέρεις μπουκάλι από το σπίτι σου.

 

 

Οι καρβουνιάρηδες συνήθως είχαν και πουλούσαν εκτός από κάρβουνα και ξύλα για τις σόμπες, ενώ μερικοί συνδύαζαν και την πώληση κρασιού αφού είχαν τοποθετήσει 3-4 βαρέλια σε διασκευασμένο πατάρι. Από ένα τέτοιο μαγαζί στην Ελευθερούπολη βγήκε ένας εθνικόφρονας ονόματι  Ιωσ…και σκότωσε τον νεαρό Παναγιωτίδη που πούλαγε τον Ριζοσπάστη στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου (ήταν αδελφός του ποδοσφαιριστή του ΠΑΟ, Στέλιου Παναγιωτίδη).

Τα εργοστάσια υφαντουργεία ως επί το πλείστον  δουλεύουν στο φουλ. Manchester είχαν ονομάσει την Ν. Ιωνία. Όποιος επισκέπτης ερχόταν στη Ν. Ιωνία άκουγε ένα βουητό, που έκαναν τα αργαλειά.

Την Κυριακή το απόγευμα η Λεωφ. Ηρακλείου έκλεινε για τα αυτοκίνητα (υπήρχαν ελάχιστα) και γινότανε δρόμος για περατζάδα. Νυφοπάζαρο το έλεγαν αφού πολλοί βρήκαν το ταίρι τους στην απογευματινή-βραδινή βόλτα. Ξηροί καρποί από του «Γουναρίδη»
και γλυκά από τα «Βαλκάνια του Μωραλόγλου». Επίσης πολλοί απολάμβαναν τα τεκταινόμενα καθισμένοι στα «Κυβέλεια» του Μακρόπουλου. Ακριβώς απέναντι ήταν το Κατάστημα Νεωτερισμών του Νικ. Αρναούτογλου. Η φινέτσα στο ντύσιμο.

Βέβαια όλοι καμάρωναν το καλύτερο κτίριο της πόλης που ήταν η Εθνική Τράπεζα στη θέση που βρίσκεται σήμερα η Τράπεζα με αυτό το κακόγουστο οικοδόμημα σήμερα. Δίπλα ήταν το ιστορικό φωτογραφείο του Ηλία Βογιατζόγλου (πατέρα του Βάσου Βογιατζόγλου), δίπλα η οικία που έμενε μέχρι την δεκαετία του ΄40 ο ποιητής Άγγελος Σημηριώτης. Σήμερα στη θέση αυτών στεγάζεται το κτίριο του Ο.Τ.Ε.

Στη θέση του σημερινού Ταχυδρομείου υπήρχε το παλιό Ταχυδρομείο (ένα δίπατο προσφυγικό σπίτι) με εξωτερική ξύλινη σκάλα. Ποιος δεν θυμάται τον Ολυμπιακάρα ταχυδρόμο, τον κυρ Γιάννη που όταν έχανε ο Ολυμπιακός δεν τολμούσε να βγει να μοιράσει τα γράμματα από την καζούρα που του κάνανε; Όταν όμως κέρδιζε ο Ολυμπιακός ήταν όλο χαμόγελα και τρεχάλα.

 

 

 

Απέναντι από την Εθνική Τράπεζα ήταν το κατάστημα «Ρεγκίνα» με γυναικεία ρούχα-ενδύματα (σήμερα η Δημοτική Βιβλιοθήκη) και στη γωνία Ηρακλείου και Μ. Ασίας το κρεοπωλείο του Κούρτη. Δίπλα του και επί της Μ. Ασίας το χρυσοχοείο «ΛΟΥΞ» του Ευάγ. Εμβαλωμένου που πωλούσε κοσμήματα με εβδομαδιαίες δόσεις που σημείωνε στα μικρά τεφτέρια που έδινε στους πελάτες του.

Δίπλα στο Ταχυδρομείο της Ν. Ιωνίας, βρίσκονταν το καφενεδάκι του Αρεταίου, που με τον δίσκο έτρεχε να προλάβει τους καφέδες και το βράδυ άναβε φωτιές και έφτιαχνε σουβλάκια. Το σουβλάκι το πρόλαβα όταν κόστιζε 1,20 δρχ. και μας κακοφάνηκε όταν αργότερα έγινε 1,5 δρχ.

Στη θέση του σημερινού κτιρίου του Ιωνικού Συνδέσμου ήταν το παλιό κτίριο του, ισόγειο οικοδόμημα με κεραμίδια (βιβλιοθηκάριος ο Τέλης) με την τεράστια βιβλιοθήκη του που κατάσχεσε η Χούντα το 1967 και «εξαφάνισε τα βιβλία του». Πραγματικά κρίμα!

 

 

 

Στη θέση του σημερινού ΟΠΑΝ στη Λεωφόρο Ηρακλείου ήταν η παλιά «Ασφάλεια» της Ν. Ιωνίας, ενώ στο κτίριο του σημερινού ΟΤΕ και ακριβώς δίπλα στο οίκημα Μπαλτατζή, βρίσκονταν τα δύο πρώτα τυπογραφεία της Ν. Ιωνίας (σε υπόγεια) του Γιώργου Γεωργούδη (πατέρα του Δημ. Γεωργούδη) και Παν. Χριστοδούλου (του πατέρα μου). Αργότερα προστέθηκε και το τυπογραφείο του Σιμητόπουλου.

Θυμάστε το Λαχείον Συντακτών: Μοίραζε σπίτια και εκατομμύρια….

Τι να θυμηθώ…τι να ξεχάσω…

 

Ο Λουκάς Χριστοδούλου

 

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ