Το ελληνικό δημόσιο χρέος μπορεί να αυξάνεται εξαιτίας του σοκ της πανδημίας αλλά παραμένει βιώσιμο καθώς υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που περιορίζουν τους κινδύνους όπως εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης Fitch.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, ο δείκτης του δημοσίου χρέους θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα μέχρι το 2025. Συγκεκριμένα, εκτιμά πως το χρέος θα φτάσει στο 189,7% το 2021 προτού μειωθεί το 2022 στο 185%, στο 180,8% το 2023, φτάνοντας το 2025 στο 172,4%.
Παράλληλα, η Fitch εκτιμά πως η εγχώρια οικονομία θα «πατήσει γκάζι» από εφέτος, «τρέχοντας» με ένα ρυθμό ανάπτυξης 5,1%, προτού μειωθεί στο 2,8% το 2022, και στο 2,5% το 2023 και το 2024.
Η ανεργία θα κλείσει υψηλότερα του 19% το 2020, ενώ θα μειωθεί ελαφρώς το 2021 στο 17,7% και στο 17% το 2022.
Ως προς τον κλάδο των τραπεζών η Fitch κρατά ένα σταθερό outlook, το οποίο αντικατοπτρίζει τις προσδοκίες για μια μέτρια οικονομική ανάκαμψη της χώρας αλλά και τα σχέδια μείωσης των κινδύνων του κλάδου. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές του οίκου ο αντίκτυπος από την πανδημία, θα συνεχίσει να ασκεί πιέσεις σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας, όπως είναι ο τουρισμός και οι κατασκευές.
Η Fitch εκτιμά παράλληλα πως οι νέες εισροές NPEs μετά την άρση των αναστολών πληρωμής θα φτάσουν το 12% του συνόλου των δανείων υπό αναστολή με το δείκτη NPEs στο 36%. Παράλληλα ο δείκτης βασικών εποπτικών κεφαλαίων του τομέα (CET1) είναι στο 14,7% και τα μη δεσμευμένα NPE μεταξύ 44% και 214% του CET. Στους βασικούς οδηγούς της Fitch της αξιολόγησης των τραπεζών εντάσσεται η διαρθρωτικά χαμηλή κερδοφορία, που επιβαρύνεται από υψηλές χρεώσεις απομείωσης – 1,7% των επισφαλειών απομείωσης ως προς τα ακαθάριστα δάνεια που αναμένονται κατά μέσο όρο για το 2020, με δείκτη ρευστότητα στο 156%.
Παράλληλα, η Fitch αναφέρει πως η Κροατία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα είναι οι χώρες που θα επωφεληθούν περισσότερο από το Ταμείο Ανάκαμψης και το SURE, εκ των οποίων μεγάλο μέρος είναι με τη μορφή των επιχορηγήσεων.