Κεντρικό Θέμα
Κυριάκος Μητσοτάκης: «Άλμα δεκαετίας μετά τον κάβο της πανδημίας»
Μήνυμα αισιοδοξίας έστειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος στη συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής, τόνισε ότι μετά τον κάβο της πανδημίας – τον οποίο χαρακτήρισε “τελευταίο κάβο της περιπέτειας”- η χώρα θα κάνει άλμα δεκαετίας στον τομέα της ανάπτυξης.
Παράλληλα ο κ.Μητσοτάκης τόνισε ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, απορρίπτοντας τα σενάρια πρόωρων εκλογών, ανέφερε ότι δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε επίταξη των ιατρικών υπηρεσιών του ιδιωτικού τομέα, κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας ότι “ο κ.Τσίπρας προτιμά το δρόμο από το νόμο” και πρόσθεσε ότι “η δημοκρατία δεν υποχώρησε στον εκβιασμό του Κουφοντίνα”.
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι βασικός στόχος παραμένει, μέχρι τα τέλη Απριλίου, να έχουν εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση όλοι οι πολίτες άνω των 60 ετών και οι πάσχοντες από κάποιο βαρύ νόσημα, και εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι “φτάνουμε στο τέλος του πολέμου με τον κορονοϊό και στο τέλος θα βγούμε νικητές”.
Εκτίμησε ότι “παρά τις δυσκολίες η χώρα τα έχει καταφέρει πολύ καλύτερα από άλλες χώρες” και πρόσθεσε ότι “εάν η Ελλάδα είχε τον μέσο ευρωπαϊκό όρο σε απώλειες ανά εκατομμύριο κατοίκους, σήμερα θα θρηνούσαμε τα διπλάσια θύματα”.
Ο πρωθυπουργός υπερασπίστηκε τις πολιτικές επιλογές του στο θέμα της επίταξης του ιδιωτικού ιατρικού τομέα, και τόνισε ότι “εάν είχαμε σπεύσει να κάνουμε αυτό που ζητούσε η αντιπολίτευση απο τον περασμένο Απρίλιο, θα είχαμε κάνει επιτάξεις χωρίς να τις χρειαζόμασταν τότε, ξοδεύοντας δεκάδες εκατομμύρια. Όμως τώρα που απαιτείται η συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα, προχωράμε σε πρώτη φάση σε συνεργασία μαζί του”. Σχολιάζοντας το θέμα της πιθανής επίταξης, είπε: “Η επίταξη μπορεί να είναι μια έννοια νομικά ισχυρή, αλλά όταν ζητάμε από έναν γιατρό να παρέχει τις υπηρεσίες του δεν αρκει μόνο να τον υποχρεώσουμε, πρέπει και να τον εμπνεύσουμε να το κάνει. Αν όμως χρειαστεί να χρησιμοποιήσω και το ύστατο συνταγματικό εργαλείο που έχω στη διάθεσή μου, αυτό της επίταξης προσωπικών υπηρεσιών, δεν θα διστάσω να το κάνω”.
Δυο πυλώνες στρατηγικής για την πανδημία
Ο πρωθυπουργός ανέφερε επίσης ότι η στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας στηρίζεται σε δυο πυλώνες:
“Ο πρώτος είναι η περαιτέρω ενίσχυση του Συστήματος Υγείας, η αντιμετώπιση της διασποράς όπου εκδηλώνεται έξαρση της πανδημίας και μία ακόμα πιο εκτεταμένη στρατηγική testing. Ο δεύτερος πυλώνας είναι η μερική αποσυμπίεση της κοινωνίας με μέτρα που θα δίνουν στους πολίτες μία ανάσα ελευθερίας. Και, στη συνέχεια, με ρυθμίσεις που θα απελευθερώνουν προσεκτικά οικονομικές δραστηριότητες. Πρώτο βήμα, το σταδιακό άνοιγμα του λιανεμπορίου”.
Ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε την πεποίθηση ότι “οι πολίτες θα εκτιμήσουν αυτήν την βαλβίδα εκτόνωσης και έτσι θα πεισθούν να επανέλθουν στην τήρηση των κανόνων που έχουν ατονήσει. Να κάνουμε, δηλαδή, τα βασικά: Να κρατάμε αποστάσεις, να αποφεύγουμε συγχρωτισμούς και τη μετάδοση εντός της οικογενειακής εστίας. Και να φοράμε μάσκα. Μας βοηθάει άλλωστε και ο καιρός, μας βοηθάνε και οι εμβολιασμοί».
“Εργαλειοποιήθηκε και πολιτικοποιήθηκε η πανδημία”
Ο κ.Μητσοτάκης είπε ακόμη, ότι ο ίδιος επιδίωξε ήπιο πολιτικό κλίμα ωστόσο σχολίασε ότι “στη χώρα μας η πανδημία και ο κορονοιός εργαλειοποιήθηκαν, ταυτίστηκαν με την κυβέρνηση, αντί να είναι αυτό που όλοι αντιλαμβάνονται, μια πρωτοφανής υγειονομική κριση που χτυπάει όλο τον κόσμο”, ενώ κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι “εντάσσει τον covid στην ατζέντα της κομματικής μάχης”.
“Δυστυχώς, βλέπετε στη χώρα μας η πανδημία και ο κορωνοϊός πολιτικοποιήθηκαν. Ταυτίστηκαν με την κυβέρνηση, αντί να είναι αυτό που όλοι αντιλαμβάνονται, μία πρωτοφανής υγειονομική κρίση που χτυπάει όλον τον κόσμο. Κι αυτό για να στοχοποιηθεί η κυβέρνηση και εγώ προσωπικά. Αυτό, λοιπόν, δεν δημιουργεί συνθήκες σύνθεσης. Γιατί ενώ η κυβέρνηση επικαλείται την επιστήμη και την κοινή λογική, η αντιπολίτευση εντάσσει τον Covid στην ατζέντα της κομματικής μάχης” είπε συγκεκριμένα ο κ.Μητσοτάκης.
Επιπλέον, ο πρωθυπουργός κατηγόρησε τον κ.Τσίπρα σημειώνοντας ότι “πρώτος έδωσε το σύνθημα των διαδηλώσεων λέγοντας ότι “δέχεται το ρίσκο” της υπερμετάδοσης του ιού από τις συγκεντρώσεις” και ανέφερε ότι ακολούθησε ένα “υγειονομικό και κοινωνικό σαμποτάζ”
Αναφερόμενος στις διαδηλώσεις, ο πρωθυπουργός, έκανε λόγο για μια “κυνική επιλογή που υποτάσσει τη δημόσια υγεία στο κομματικό συμφέρον” και σχολιάζοντας το μορατόριουμ που πρότεινε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι “αυτό που προτείνει ο κ.Τσίπρας είναι να μην νομοθετεί η Βουλή, και να μην αποφασίζει η κυβέρνηση υπό την απειλή διαδηλώσεων”.
“Κάναμε μία εξαίρεση γιατί μια τέτοια κίνηση θα ήταν εύκολα παρεξηγήσιμη. Αν και, προσωπικά, δεν θεωρώ το δικαίωμα του συνέρχεσθαι κατ’ ανάγκην πιο σημαντικό από το δικαίωμα του εργάζεσθαι. Στηριχθήκαμε στη λογική και στην καλή διάθεση των κομμάτων να μην ενθαρρύνουν τον κόσμο να συμμετέχει σε κάτι που εγκυμονεί σοβαρό υγειονομικό κίνδυνο” είπε ο πρωθυπουργός για τις διαδηλώσεις και πρόσθεσε:
“Δυστυχώς, όμως, πρώτος ο κ. Τσίπρας έδωσε το σύνθημα των διαδηλώσεων λέγοντας ότι «δέχεται το ρίσκο» της υπερμετάδοσης του ιού από τις συγκεντρώσεις. Ακολούθησε, έτσι, ένα υγειονομικό σαμποτάζ. Γιατί ο μαζικός συγχρωτισμός αποδεδειγμένα διασπείρει τον ιό. Αλλά και ένα κοινωνικό σαμποτάζ. Γιατί εκπέμπει το μήνυμα της συλλογικής παραβίασης των μέτρων προστασίας. Προσβάλλοντας όχι μόνο τους ασθενείς μέσα στις ΜΕΘ και τους γιατρούς που μάχονται. Αλλά και τα εκατομμύρια που πειθαρχούν και υπομένουν τους περιορισμούς. Γιατί ο πολίτης αναρωτιέται: Όταν άλλοι πάνε σε μία διαδήλωση γιατί και εγώ να μην πάω σε ένα άλλο σπίτι; Με το «έτσι θέλω» των λίγων, λοιπόν, σπάει η σχέση εμπιστοσύνης των πολλών με την Πολιτεία. ‘Αρα πρόκειται για συμπεριφορά διαβρωτική και διχαστική”.
Ο Κουφοντίνας, τελικά, αναμετρήθηκε με τη Δημοκρατία
Σχολιάζοντας το “θέμα Κουφοντίνα” ο κ.Μητσοτάκης είπε ότι “ο Κουφοντίνας αναμετρήθηκε με τη Δημοκρατία και την έκφρασή της που είναι το Κράτος Δικαίου, και προσαρμόστηκε ακριβώς γιατί η Δημοκρατία δεν υποχώρησε στον εκβιασμό του”.
“Όλοι, πάντως, εκ των υστέρων αναγνώρισαν ότι η στάση της κυβέρνησης ήταν η σωστή. Διότι ο Κουφοντίνας, τελικά, αναμετρήθηκε με τη Δημοκρατία και με την έκφρασή της που είναι το Κράτος Δικαίου. Και προσαρμόστηκε ακριβώς γιατί η Δημοκρατία δεν υποχώρησε στον εκβιασμό του. Διαφορετικά, θα είχαμε μια σημαντική έκπτωση στην ισονομία και στο Κράτος Δικαίου. Κάτι το οποίο προσωπικά δεν θα δεχόμουν να συμβεί ποτέ” είπε συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός.
Σχολιάζοντας τις καταγγελίες για περιστατικά αστυνομικής βίας, ο κ.Μητσοτάκης ανέφερε:
“Θα έλεγα ότι στον τόπο μας δεν είχαμε τόσο πολλά περιστατικά αστυνομικής βίας. Ενδεχομένως θα μπορούσε να ασκήσει κανείς εύλογη κριτική ότι και αυτά τα λίγα επεισόδια δεν είχαν διερευνηθεί επαρκώς. Είναι κάτι που στη Βουλή δεσμεύτηκα ότι θα αλλάξει. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι στην Ελλάδα είχαμε μάλλον το ανάποδο πρόβλημα: μια συστηματική υποχώρηση του κράτους απέναντι σε φαινόμενα βίας στο όνομα του «δικαιωματισμού» ορισμένων.
Αυτό άλλαξε επί ημερών μας και πιστεύω ότι καλώς άλλαξε. Και δεν μπορεί να εξισώνει κανείς κάποια μεμονωμένα και καταδικαστέα περιστατικά αστυνομικής βίας με την ανοχή στην οργανωμένη βία που ταλαιπωρεί τη χώρα εδώ και δεκαετίες. Ούτε να εξισώνεται η αστυνομία με τον κουκουλοφόρο που ρίχνει τη μολότοφ”.
Αναφερόμενος στις σημερινές διαχωριστικές γραμμές, απέρριψε το δίπολο “Δεξιά-Αριστερά” και είπε ότι προτιμά το ζεύγος “πρόοδος-καθήλωση”, γιατί “το ζητούμενο σήμερα δεν είναι απλά η δίκαιη κατανομή πλούτου αλλά η μεγέθυνσή του”.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε συγκεκριμένα:
“Κάποιοι δεν καταλαβαίνουν ότι η διαχωριστική γραμμή που υπαγόρευαν οι παλαιές θεωρίες, η ζωή την έχει ήδη αντικαταστήσει με διακρίσεις που επιβάλλουν οι σύγχρονες συνθήκες. Από το δίπολο «Αριστερά – Δεξιά», εγώ προτιμώ το ζεύγος «πρόοδος – καθήλωση». Γιατί το ζητούμενο σήμερα δεν είναι, απλά, η δίκαιη κατανομή του πλούτου. Αλλά η μεγέθυνσή του, που θα φέρει και τον ισότιμο επιμερισμό του. Δεν μπορεί, συνεπώς, να αποκαλείται προοδευτικός όποιος εμμένει στην αδράνεια. Προοδευτικός στον 21ο αιώνα είναι όποιος βλέπει μπροστά, διδάσκεται από την εμπειρία και δεν τον φοβίζει η αμφιβολία. Ο Γκράχαμ Γκριν έχει γράψει ότι ένας καθολικός κι ένας κομμουνιστής αν μπορούν να αμφιβάλλουν, τότε μπορούν και να συναντηθούν. Σε αυτήν τη σύνθεση μέσα από τη συνεχή αναζήτηση πιστεύω και εγώ. Όπως άλλωστε έχω πει, προοδευτικός είναι όποιος συντηρεί όσα αξίζει να συντηρηθούν και αλλάζει όσα πρέπει να αλλάξουν. Αυτό δεν θα το καταλάβουν ποτέ οι αντίπαλοί μας”.
‘Αλματα προόδου μετά την πανδημία
Αναφερόμενος στο “μετά την πανδημία” περιβάλλον, ο Κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι υπάρχουν τα εργαλεία για να γίνουν άλματα προόδου, και εκτίμησε ότι θα γίνουν άλματα ανάπτυξης.
“Η πρόκληση αμέσως μετά την πανδημία είναι να μην κάνουμε, απλά, μερικά βήματα βελτίωσης. Αλλά πολλά γενναία άλματα προόδου” είπε και αναφέρθηκε στα οικονομικά και κοινωνικά εργαλεία με τα οποία θα γίνει “το άλμα προόδου”.
“Ο ιδιωτικός τομέας έχει δημιουργήσει ένα σημαντικό απόθεμα καταθέσεων και πόρων μέσα στην πανδημία, το οποίο μπορεί είτε να δαπανήσει σε κατανάλωση είτε να επενδύσει. Και, ήδη, οι δημιουργικές ελληνικές επιχειρήσεις -νομίζω το έχετε γράψει και εσείς- σκέφτονται τα επόμενα βήματά τους. Τις επενδύσεις τους. Θέλουν να παίξουν επίθεση και όχι άμυνα. Γιατί βλέπουν τις προοπτικές της γρήγορης ανάκαμψης μετά τον κορωνοϊό.
Επίσης, δεν θα έχουμε, πλέον, τους ασφυκτικούς περιορισμούς των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων, έστω και αν επιβαρύνεται το χρέος. Είναι κάτι που οι αγορές το δέχονται. Απόδειξη, ότι τα ελληνικά 30ετη ομόλογα διατέθηκαν με ιστορικά χαμηλά επιτόκια. Και όταν μία χώρα δανείζεται για μια 30ετία σημαίνει ότι την εμπιστεύονται διεθνώς.
Και, τέλος, έχουμε το Ταμείο Ανάκαμψης. Μια μοναδική ευκαιρία πρόσθετων ευρωπαϊκών πόρων, στην ουσία ένα δεύτερο ΕΣΠΑ, για να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις σε τομείς κρίσιμους. Όπως η ψηφιακή μετάβαση. Η πράσινη ανάπτυξη. Τα μεγάλα δημόσια έργα. Οι ιδιωτικές επενδύσεις. Αλλά και οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο και στην απασχόληση”.
Τρεις όροι για να φύγει μπροστά η οικονομία
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε επίσης ότι για να φύγει η οικονομία μας μπροστά πρέπει να πληρούνται τρεις βασικοί όροι:
“Πρώτον, να αλλάξει το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής. Κάτι που άλλαξε εκ των πραγμάτων. Κι έτσι τώρα μονιμοποιούμε τις προσωρινές μειώσεις φόρων, αλλά και συνεχίζουμε την ελάφρυνση των βαρών που έχουν εργαζόμενοι και επιχειρήσεις.
Προϋπόθεση δεύτερη, οι διαρθρωτικές αλλαγές που θα κάνουν την Ελλάδα πιο ελκυστικό προορισμό για επενδύσεις. Και αυτό γίνεται ήδη και συνεχίζεται, το βλέπετε. Βλέπετε πόσο έντονο είναι σήμερα το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας.
Και τρίτη προϋπόθεση, η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος μέσα από τη γρήγορη μείωση των «κόκκινων» δανείων. Κάτι που επίσης γίνεται με κρίσιμα και χρήσιμα εργαλεία όπως το σχήμα ΗΡΑΚΛΗΣ που έθεσε στη διάθεση των τραπεζών η ελληνική κυβέρνηση” είπε και πρόσθεσε:
“‘Αρα, υπάρχουν ήδη οι προϋποθέσεις για ένα άλμα, το τονίζω, όχι απλά ένα βήμα. Ένα άλμα δεκαετίας κι όχι μια προσωρινή εκτίναξη του ΑΕΠ. Γιατί θα στηρίζεται σε πραγματικά θεμέλια, μετασχηματίζοντας την οικονομία όπως ζητάμε τόσα χρόνια. Μια ανταγωνιστική οικονομία που θα στηρίζεται στην εξωστρέφεια και στα συγκριτικά πλεονεκτήματά μας”.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση κατάφερε να τις μετατρέψει σε ευρωτουρκικές, και τόνισε ότι στο προσφυγικό η Ελλάδα επέτρεψε στην Ευρώπη να διαπραγματεύεται με την Τουρκία από θέση ισχύος, κρατώντας τα σύνορά της στον Έβρο πριν από ένα χρόνο. “Εάν δεν είχε συμβεί αυτό η Ευρώπη θα διαπραγματευόταν με την Τουρκία από θέση αδυναμίας. Και αυτό το οφείλει σε εμάς” σημείωσε ο κ.Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός, στη συνέντευξή του, αναφέρθηκε και στην Παιδεία, τονίζοντας ότι υπάρχει συμμαχία με την εκπαιδευτική κοινότητα, και ότι η πλειονότητα των καθηγητών καταλαβαίνει ότι η βία στα πανεπιστήμια δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Τέλος, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας υπογραμμίζοντας: “Στόχος είναι να κριθούμε για τη συνολική πολιτική μας, και για τα συγκεκριμένα “παραδοτέα” που αφορούν την ανάταξη της χώρας. Θέλω στην τετραετία να παρουσιάσω στους έλληνες μια αλλαγμένη χώρα, και να θέσω ειλικρινά το ερώτημα εάν είναι ικανοποιημένοι από αυτή την πορεία. Εάν θέλουν να συνεχίσουν ή εάν θέλουν να πάρουν το ρίσκο να τη διακόψουν”.