Ελάτε στην παρέα μας

Πολιτισμός

Ο Γιώργος Ηλιόπουλος στο Χ-τύπο: “Μεγαλώνοντας συνειδητοποιείς ότι πράγματα που φοβάσαι να πεις, σε κρατάνε πίσω”

Δημοσιεύθηκε

στις

Ο ταλαντούχος ηθοποιός σε μια παράσταση για γέλια… “Μέχρι τελικής πτώσεως”

Το οξυδερκές πνεύμα, το ταλέντο, αλλά και η εργατικότητά του τον έχουν κατατάξει στους πιο έμπειρους καλλιτέχνες της ελληνικής υποκριτικής σκηνής. Με αναρίθμητες δουλειές σε θέατρο και τηλεόραση, τόσο στο ρόλο του ηθοποιού, όσο και στους ρόλους του συγγραφέα και σκηνοθέτη, ο Γιώργος Ηλιόπουλος αποτελεί εγγύηση για μια προσεγμένη και ποιοτική δουλειά.

Φέτος το καλοκαίρι σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην απολαυστική κωμωδία “Μέχρι τελικής πτώσεως”, η οποία βρίσκεται σε περιοδεία και στο πλευρό του έχει δύο επίσης “μάστερ” στο είδος τον Γιάννη Δρακόπουλο τον Κωνσταντίνο Γαβαλά. Πρόκειται για μια ιστορία που υπόσχεται όχι μόνο γέλιο, αλλά και στιγμές συγκίνησης και προβληματισμού, όπως μας αποκαλύπτει ο ίδιος στη συνέντευξη που μας παραχώρησε. Μεταξύ άλλων μας μιλά για τον αυτοσχεδιασμό, για τα έργα που θα ήθελε να “ζωντανέψει ξανά”, ενώ μας εξηγεί γιατί η κωμωδία και το δράμα δεν διαφέρουν και τόσο πολύ τελικά.

 

Την περίοδο αυτή βρίσκεστε σε περιοδεία με την παράσταση “Μέχρι τελικής πτώσεως”, ένα έργο με τη δική σας υπογραφή. Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για την ιστορία και πώς την εμπνευστήκατε;

Είναι μια “τρελή” κωμωδία με θέμα την αντρική φιλία και σκοπός είναι να αποδομήσει όλα αυτά τα στερεότυπα με τα οποία μεγαλώσαμε οι άντρες και που και μας δυσκόλεψαν τη ζωή, και μας κράτησαν πίσω, και προβλήματα μας δημιούργησαν, γιατί στην ουσία αυτό που μετράει είναι η ανθρώπινη ανάγκη που είναι πολύ πιο δυνατή απ’ όλα. Στην προκειμένη περίπτωση αυτοί οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωπη με την ισχυρότερη ανάγκη που έχει ο άνθρωπος, που είναι να αγαπηθεί. Αυτοί οι άνθρωποι είναι φίλοι μέχρι τη στιγμή που συνειδητοποιούν και οι τρεις τους ότι μεγαλώνουν και ότι έχουν ανάγκη έναν άνθρωπο. Όταν εμφανίζεται αυτός ο άνθρωπος, δημιουργεί συμπεριφορές και εντάσεις που όχι μόνο δεν υπήρχαν, αλλά δεν είχαν καν φανταστεί ότι θα συμβούν.

 

Το κοινό κατά πόσο πιστεύετε ότι θα ταυτιστεί με τους ήρωες;

Το κοινό νομίζω ότι θα βρει πολλά κοινά σημεία με τον εαυτό του γιατί είναι πράγματα τα οποία τα ξέρουμε, τα έχουμε συζητήσει, τα έχουμε αντιμετωπίσει. Και στις τελευταίες ανοιχτές πρόβες που κάναμε όπου είχαμε κόσμο, όλοι αυτό μας είπαν ότι επρόκειτο για πράγματα που όλοι ήξεραν και έχουν ζήσει, και είναι πολύ σημαντικό αυτό για την επιτυχία της παράστασης. Γιατί ο θεατής ξεχνάει ότι βλέπει μια παράσταση και βλέπει κομμάτια του εαυτού του. Είναι έτσι εύκολο να παρακολουθήσει την ιστορία. Μπορεί όλη η φάση να είναι κωμική και να έχει τρελή πλάκα, αλλά υπάρχουν σημεία με συγκινησιακή φόρτιση, γιατί αυτοί οι άνθρωποι συνειδητοποιούν κάποια πράγματα για τη ζωή τους, και αυτό σαφώς περνάει από κάποια επίπεδα συγκίνησης.

 

 

Όταν γράφατε το έργο είχατε υπόψη να περάσετε αυτό το κοινωνικό μήνυμα, ή θέλατε απλώς να κάνετε μια κωμωδία και προέκυψε στη συνέχεια;

Ήταν όλες αυτές οι κουβέντες περί πατριαρχίας, περί τοξικότητας και όλα αυτά που ακούγονται τελευταία και σκεφτόμουν ότι ειδικά όταν κάνεις κωμωδία πλέον είναι δύσκολο πλέον να πεις το ο,τιδήποτε, γιατί κάποιον θα θίξεις, κάποιος θα παρεξηγηθεί κ.λπ. Έχουμε περάσει στο άλλο άκρο και είναι κάτι που λέει και το έργο ότι εν τέλει δεν άλλαξαν οι εποχές, η υποκρισία αλλάζει. Γιατί τι σημασία έχει να αλλάζεις τις λέξεις, όταν μέσα σου σκέφτεσαι με τον ίδιο αισχρό τρόπο; Αυτό που έχει σημασία λοιπόν είναι να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε, και όχι τις λέξεις. Γιατί οι σκέψεις και η ανάγκη είναι που δημιουργούν τα προβλήματα. Και ευτυχώς σε αυτό το θέατρο και η τέχνη βοηθούν πολύ. Αυτό είχα στο μυαλό μου, ήθελα να τοποθετηθώ πάνω στο θέμα, γιατί μεγαλώνοντας συνειδητοποιείς ότι πράγματα τα οποία φοβάσαι να τα πεις, σε κρατάνε πίσω. Είναι δύσκολο να πεις ότι έχεις ανάγκη να σ’ αγαπάνε και να αγαπήσεις, να είσαι αποδεκτός, να ανήκεις κάπου. Αν τα πεις, θεωρούνται δηλώσεις αδυναμίας, ίσα ίσα όμως ισχύει το ανάποδο. Είναι απελευθερωτικές δηλώσεις.

 

Ήταν εύκολο να βρεθεί η χημεία μεταξύ των τριών σας στη σκηνή;

Νομίζω ότι έγινε από την πρώτη ανάγνωση. Και με τους δύο έχω ξαναδουλέψει, και ήταν χωρίς υπερβολή, πάρα πολύ εύκολο.

 

Αφήνετε περιθώρια για αυτοσχεδιασμό;

Υπάρχουν κάποια πράγματα, αλλά ξέρετε σε πολλές παραστάσεις βλέπετε πολλά πράγματα που φαίνονται σαν αυτοσχεδιασμένα αλλά δεν είναι. Το θέατρο και η δουλειά μας έχει μια δομή πολύ συγκεκριμένη και αυστηρή, γι’ αυτό γίνονται και πρόβες, δεν είναι παιδική χαρά. Το ακούω πολλές φορές αυτό και με εκπλήσσει. Αυτοσχεδιάζεις όταν κάτι δεν είναι σωστό και δεν σε καλύπτει. Οφείλεις να ακολουθείς γιατί δεν παίζουμε μόνοι μας, υπάρχουν τεχνικοί από πίσω για τον ήχο και τα φώτα, και οφείλεις πρώτα να βρεις αυτό που σου συμβαίνει και μετά να περάσεις στο επίπεδο που κάνεις ό,τι θες. Γιατί αλλιώς μπορεί ο καθένας να κάνει ό,τι του κατέβει. Αυτά συνήθως τα λένε για την κωμωδία, στο δράμα δεν υπάρχει αυτό. Υπάρχει αυτή η ψευδαίσθηση που δεν ισχύει. Οι σοβαροί κωμικοί και ηθοποιοί έχουν ενσυναίσθηση της δουλειάς και της υποχρέωσης του έργου που έχουν να φέρουν εις πέρας. Σκοπός είναι να περάσει ο κόσμος καλά, όχι εμείς. Είμαι ένα εργαλείο της παράστασης, δεν είμαι εγώ η παράσταση, ούτε πρωταγωνιστεί ο χαρακτήρας μου και η συνείδησή μου. Αυτές είναι συμπεριφορές οι οποίες έχουν ξεπεραστεί και με ενοχλούν όταν τις ακούω.

 

Πόσο εύκολο είναι να είστε ταυτόχρονα σκηνοθέτης και ηθοποιός της παράστασης;

Πρώτη φορά το κάνω και γενικά δεν θέλω να σκηνοθετώ ενώ παίζω, γιατί έτσι κάνω “πίσω” σε πράγματα που θα έκανα ως ηθοποιός. Εδώ νιώθω την ασφάλεια να το κάνω, γιατί έχω μαζί όλους αυτούς τους ανθρώπους που τους ξέρω και μπορώ. Θα ήθελα να υπάρχουν άλλοι άνθρωποι να κάνουν αυτή τη δουλειά, αλλά όσους ήξερα ότι θα το κάνουν πολύ καλά είχαν κλείσει ήδη άλλες δουλειές, ο χρόνος έτρεχε, και αναγκάστηκα να το κάνω. Ωστόσο η δουλειά του σκηνοθέτη μου αρέσει πολύ, έχει πολύ ενδιαφέρον να βοηθήσεις να πάνε όλοι οι συντελεστές προς ένα κοινό στόχο.

 

 

Γενικά λόγω της τηλεόρασης φαίνεται να έχετε ταυτιστεί με την κωμωδία, καθώς ακόμα και στις “Άγριες Μέλισσες” ο ρόλος σας είχε πάλι κωμική χροιά. Θεωρείτε ότι “ανήκετε” σε αυτό το είδος;

Στο θέατρο έχω κάνει βαριά δράματα, απλά η μεγάλη επιτυχία ήρθε στην τηλεόραση με τα “Σφηνάκια” και ο κόσμος και οι άνθρωποι της τηλεόρασης με έχουν ταυτίσει με αυτό. Φέτος στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά θα κάνω τον “Πλατόνοφ” σε σκηνοθεσία του Σαπίρο. Στο θέατρο υπάρχει αυτή η ελευθερία, και η ικανότητα, αλλά και το ρίσκο βέβαια, όπου οι άνθρωποι ξέρουν ότι έχουν να κάνουν με έναν ηθοποιό ο οποίος έχει μια γκάμα. Οι ηθοποιοί σήμερα δεν έχουν το εξωτερικό “χάρισμα” της κωμωδίας από την εμφάνισή τους. Δεν είναι φύσει κωμικοί, είναι θέσει κωμικοί. Δεν είναι η εμφάνισή μου κωμική, είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζω εγώ τα πράγματα και πώς ερμηνεύω την πραγματικότητα κωμικός. Άρα και πάλι είναι δραματική η δουλειά που κάνω. Άλλωστε η κωμωδία και το δράμα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα: τα δάκρυα.

 

Υπάρχει κάποιος ρόλος που έχετε παίξει στο παρελθόν και θα θέλατε να υποδυθείτε ξανά;

Μέχρι πριν “φύγει” ο δάσκαλός μου θα σας έλεγα το έργο που είχαμε κάνει μαζί, το “Μαύρο κουτί”, τώρα πια χωρίς αυτόν δεν θα ήθελα να το κάνω. Κάποια κομμάτια απ’ το “Bedtime stories” θα ήθελα να τα ξανακάνω και να τα δω με μια άλλη οπτική. Και ίσως το κάνω κάποια στιγμή.

 

Έχετε κείμενά σας που δεν έχετε μοιραστεί με κανέναν;

Βέβαια. Γενικά είμαι ένας άνθρωπος που δεν ανήκει σε “ομάδα”, γι’ αυτό θα δείτε ότι το 90% των έργων μου το έχουν σκηνοθετήσει ηθοποιοί. Σε ανθρώπους που νιώθω μια ασφάλεια τους δίνω να διαβάσουν, και έτσι έχουν ανέβει όλα τα έργα μου, δεν είναι ότι έχω κυνηγήσει κάτι. Ίσα ίσα τα έχω αδικήσει και θα έπρεπε να είμαι πιο διεκδικητικός. Έξω είχαν πιο μεγάλη τύχη απ’ ότι εδώ.

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ