Connect with us

Πολιτισμός

Ο Πρόδρομος Τοσουνίδης στο Χ-τύπο: “Πρέπει να αγαπάς αυτό που κάνεις”

Published

on

Το αστείρευτο χιούμορ και το ταλέντο του σε κερδίζουν από την πρώτη στιγμή, και δεν είναι τυχαίο που έχει συμμετάσχει σε κάποιες από τις πιο εμβληματικές δουλειές τόσο στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση. Ο Πρόδρομος Τοσουνίδης έχει μεν το χάρισμα, έχει όμως και αυτό που χρειάζεται σύμφωνα με τον ίδιο για μια επιτυχημένη πορεία: αγάπη και πάθος για αυτό που κάνει.

Πρόσφατα τον απολαύσαμε στην θεατρική υπερπαραγωγή της Μιμής Ντενίση “Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη”, μια παράσταση που το ελληνικό κοινό αγκάλιασε όσο καμία άλλη. Ο αγαπημένος ηθοποιός μας μιλά για την εμπειρία αυτή και πόσα έμαθε μέσα από το έργο, για την επίδραση της πανδημίας στην καθημερινότητά του και πολλά ακόμη για το θέατρο και όχι μόνο σε μια απολαυστική εξομολόγηση.

Πρόσφατα έκλεισε ο κύκλος των παραστάσεων για το έργο “Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη”, όπου και πρωταγωνιστήσατε. Πώς ήταν για σας η όλη εμπειρία;

Η παράσταση ανέβηκε πρόπερσι, όπου έκανε απανωτά sold-out για όλη σχεδόν τη σεζόν μέχρι που μπήκαμε στην πρώτη καραντίνα του covid. Εγώ μέχρι τότε δεν συμμετείχα στο cast παρά μόνο για ένα μήνα που έκανα μία αντικατάσταση. Οπότε βίωσα το μήνα των Χριστουγέννων και των γιορτών, το sold-out και τη μεγάλη επιτυχία που είχε αυτή η παράσταση στην προ covid εποχή. Μετά ήρθε ο covid με τα μέτρα και το κατέβασμα όλων των παραστάσεων, και κατέβηκε και αυτή όπως συνέβη με όλα τα θέατρα. Την επόμενη χρονιά δεν δούλεψε κανένα θέατρο και τίποτα από την τέχνη οπότε δεν ανέβηκε πάλι η παράσταση, και προγραμματίστηκε να ανέβει το 2021. Εκεί συμμετείχα στο βασικό cast κάνοντας τον “Ισαάκ Λεβί”, έναν Εβραίο βιομήχανο με σύζυγο την Κωνσταντίνα Μιχαήλ, όπου με κατά κάποιο τρόπο ήρθε να δουλέψει σε μας σαν πρόσφυγας η “Φιλιώ Μπαλτατζή” (Μιμή Ντενίση) ελπίζοντας για μία καλύτερη τύχη. Έδειξε την εξέλιξη προς την άνοδο της οικογένειας Μπαλτατζή, των προσφύγων και φυσικά την άνοδο του φασισμού, του ρατσισμού και το κυνήγι που έγινε στους Εβραίους από τις ναζιστικές ομάδες της Θεσσαλονίκης.

Είναι μία παράσταση η οποία ήταν καταπληκτική, η συνεργασία ήταν εξαιρετική. Έχω δουλέψει με την κα Ντενίση αρκετές φορές και έχω περάσει πάντα καταπληκτικά, και οι παραστάσεις είχαν πάντα με μεγάλη επιτυχία. Τώρα η κατάσταση με τον covid και την μετάλλαξη Όμικρον δεν μας επέτρεψε – επειδή είναι και πάρα πολύ μεγάλος ο θίασος (γύρω στα 30 άτομα επί σκηνής), να συνεχίσουμε παραπάνω, κάναμε το δίμηνο συμβόλαιό μας και μετά σταματήσαμε λόγω πανδημίας. Δεν ξέρουμε αν θα συνεχιστεί του χρόνου, υπάρχουν κάποιες σκέψεις για Κύπρο, Θεσσαλονίκη και πάλι για Αθήνα αλλά αυτά είναι ακόμα σκέψεις και δεν είναι τίποτα σίγουρο. Πάντως η συνεργασία μου ήταν εξαιρετική και με τη Μιμή έχουμε δουλέψει πολλές φορές, είμαστε φίλοι, είναι εξαιρετική συνεργάτης, εξαιρετική ηθοποιός, εξαιρετική σκηνοθέτης και πραγματικά είναι ένας άνθρωπος που μπορείς να βασιστείς πάνω της, είναι “βράχος” και πραγματικά λύνει το κάθε πρόβλημα πριν καν εμφανιστεί. Και γενικά ήταν ένας εξαιρετικός θίασος με υπέροχους ηθοποιούς και πάρα πολύ καλής πάστας ανθρώπων, με χιούμορ, με ποιότητα, επαγγελματισμό, από το πιο μεγάλο όνομα μέχρι και το πιο νέο ηθοποιό ήταν όλοι τους εξαιρετικοί επαγγελματίες και συνάδελφοι.

Γενικά εσείς στην προετοιμασία σας ανακαλύψατε κάτι για αυτή την εποχή που δεν γνωρίζατε;

Βασικά τα πάντα. Διότι παρόλο που είναι πράγματα που είχα διαβάσει, είχα εξεταστεί σε αυτά, είχα πάρει άριστα στα διαγωνίσματα κ.λπ., όλα αυτά έγιναν σε μία ηλικία που τα κάνεις με το ζόρι, για να μπεις στο πανεπιστήμιο και το μυαλό είναι κάπου αλλού, οπότε κι εγώ αναγκαστικά τα διέγραψα. Κανονικά θα έπρεπε να ντρέπομαι πάρα πολύ. Όμως συμβαίνει και γενικώς με τη δουλειά μου, κάθε φορά που έχεις να παίξεις σε ένα έργο, σε ένα ρόλο, και πόσο μάλλον για μεταδιδακτορικά έργα, αναγκάζεσαι να “βουτάς” στην ιστορία. Θυμάσαι τα γεγονότα γιατί μέσα από την παράσταση, μέσα από την ερμηνεία, τις σχέσεις, ψάχνεις το ρόλο, αποτυπώνονται όλα αυτά και μετά δεν ξεχνιούνται και πραγματικά ανακαλύπτεις το μεγαλείο της ιστορίας και του να διαβάζεις ιστορία. Στο θέατρο η δουλειά που έκανε η Μιμή είναι ότι βλέποντας τη παράσταση, μάθαινες με εξονυχιστική λεπτομέρεια όλη την ιστορία και αποτυπώνονται πάρα πολύ καλά τα γεγονότα. Ο θεατής έβλεπε την παράσταση χωρίς να νιώθει ότι πρόκειται για διδασκαλία ιστορίας. Δεν έβλεπε ένα ντοκιμαντέρ αλλά μία παράσταση που ήταν φτιαγμένη μέσα από ρόλους, χαρακτήρες, συναισθήματα και όλα αυτά πέρναγαν στον κόσμο πολύ “απαλά” χωρίς να είναι κάτι διδακτικό, ενώ κατά βάθος ήταν πολύ.

Υπάρχει κάποιο συναίσθημα από την ερμηνεία σας που να το έχετε νιώσει και στην πραγματική ζωή;

Στην πραγματική μου ζωή όχι. Αυτά τα μεγέθη που ζήσαν αυτοί οι άνθρωποι τότε, την προσφυγιά, την οικονομική εξαθλίωση, το να μην ξέρουν ποια είναι η πατρίδα τους, το να μην ξέρουν αν θα έχουν ένα πιάτο φαγητό την άλλη μέρα ή ακόμα και ο ρόλος που έκανα εγώ που ήταν ένας βιομήχανος που στο τέλος ξεριζώνεται, απειλείται, κυνηγιέται, τρώει ξύλο στο δρόμο, όλα αυτά δεν τα έχω ζήσει. Φυσικά, δουλειά του ηθοποιού είναι να προσπαθεί να διαβάζει, να βλέπει, να παρατηρεί και να πλάθει το ρόλο, να φαντάζεται και να μπαίνει στην ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα και να βιώνει επί σκηνής πράγματα που δεν του έχουν συμβεί.

Μιας και αναφέρατε τον κορωνοϊό, εσάς προσωπικά σε τι βαθμό σας επηρέασε η πανδημία δεδομένου ότι και ο χώρος σας έλαβε μεγάλο πλήγμα;

Προσωπικά νομίζω ότι ο χώρος μας είναι όλοι με ένα ζουρλομανδύα οπότε δεν υπάρχει να σχολιάσω κάτι (γέλια). Ο κορωνοϊός έχει “χτυπήσει”, όχι μόνο τη δουλειά μας αλλά πολλές επαγγελματικές ομάδες. Μόνο τα φαρμακεία ίσως είναι καλύτερα, και οι φούρνοι! Όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι νομίζω έχουν “γονατίσει”. Οι καραντίνες είναι αλλεπάλληλες όταν έχεις το αίσθημα της ατομικής ευθύνης και προσπαθείς να προσέχεις όταν έρχεσαι σε επαφή με κρούσμα και έχεις π.χ. ηλικιωμένους γονείς όπως εγώ, όπου ζούμε πάνω κάτω σε ένα κτίριο και αναγκαστικά για να μην τους κολλήσω οι καραντίνες μου είναι ατελείωτες. Οπότε πραγματικά εμένα ο κορωνοϊός θα με οδηγήσει στην τρέλα εάν δεν τελειώσει!

Τι ήταν αυτό που σας ώθησε στην υποκριτική;

Αυτό που θυμάμαι είναι ότι στην ηλικία περίπου των 5 ετών είχα δει μια ταινία με τη Χρονοπούλου και τη Λάσκαρη. Θυμάμαι που χτύπαγε με το σκάφος στα βράχια, την πάταγε αυτοκίνητο, δεν ξέρω τι άλλο και έκλαιγα εγώ και μου έλεγε η μητέρα μου να μην στεναχωριέμαι και ότι είναι ταινία και ότι αύριο θα δεις θα έχει μια άλλη ταινία με τη Χρονοπούλου που ζει και χορεύει κ.λπ., ότι είναι ηθοποιός και είναι αυτή η δουλειά της. Συνειδητοποίησα μέσα και από άλλα παραδείγματα βλέποντας τους ηθοποιούς να κάνουν διαφορετικά επαγγέλματα κι επειδή κι εγώ έλεγα τη μια θα γίνω φωτογράφος, την άλλη αρχιτέκτονας, την άλλη γιατρός, μου πέρασε στο μυαλό ότι αν γίνω ηθοποιός θα γίνω και γιατρός, και αρχιτέκτονας και φωτογράφος! Νόμιζα ότι αυτοί τα ήξεραν όλα. Κι έτσι λέω θα γίνω ηθοποιός και δεν θα χρειαστεί να αποφασίσω. Και θα τα κάνω όλα! Έτσι κόλλησα με αυτό χωρίς να ξέρω τι είναι ακριβώς αυτό που θα κάνω. Στην πορεία μεγαλώνοντας και άρχισα να το λέω πιο έντονα, μου έλεγαν ότι δεν είναι καλό, ότι ο χώρος δεν είναι εύκολος και όλα αυτά τα πράγματα, οπότε εκεί λίγο το αποσιώπησα. Αλλά πάντα το ήθελα μέσα μου. Όταν πέρασα στο Πανεπιστήμιο Πειραιά στο Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και αφού είχα καταλάβει πόσο δύσκολο επάγγελμα είναι ο ηθοποιός και από θέμα βιοπορισμού, αλλά και από την άποψη του πόσο δύσκολο είναι να γίνεις ηθοποιός και να εξασκήσεις ή να πετύχεις στο επάγγελμα, να κάνεις καριέρα, είχα δειλιάσει στο να το ακολουθήσω. Είπα εφόσον πέρασα στο Πανεπιστήμιο, θα κοιτάξω και μια δραματική σχολή ώστε να το σπουδάσω και να μην μου μείνει μετά σαν απωθημένο. Είπα θα το δοκιμάσω, θα το σπουδάσω κι αν δεν έγινα, δεν έγινα. Μετά με τις σπουδές πήραν όλα το δρόμο τους. Άρχισα να πηγαίνω σε οντισιόν, με πήρανε, η μια δουλειά έφερε την άλλη και τελικά το Πανεπιστήμιο το τελείωσα μετά από 10 χρόνια, οπότε είχα αρχίσει να δουλεύω κιόλας σαν ηθοποιός, οπότε δεν ασχολήθηκα καθόλου με το αντικείμενο.

Υπάρχει κάποιο χαρακτηριστικό που χρειάζεται να έχει ένας ηθοποιός για να ανταπεξέλθει στο επάγγελμα;

Νομίζω ότι σε όλες τις δουλειές χρειάζεται κάποιος να αγαπάει αυτό που κάνει. Το πρώτο είναι να αγαπάς πραγματικά και να το θες αυτό που κάνεις, με την ουσία αυτού που είναι και όχι για να είσαι εξώφυλλο, να έχεις δημοσιότητα ή να παίρνεις ένα χειροκρότημα που δεν ξέρεις πως θα σου έρθει. Να αγαπάς αυτό που κάνεις ανεξάρτητα από το αν θα σου αποφέρει λεφτά ή όχι. Μετά από αυτό είναι η υπομονή, η επιμονή, η εργατικότητα, να δουλεύεις να διαβάζεις γι’ αυτό και να σε απασχολεί πολύ, να είσαι συνεπής και να είσαι επαγγελματίας. Και να μην κάνεις φυσικά υποχωρήσεις. Να αντιμετωπίζεις επαγγελματικά τη δουλειά σου και να βιοπορίζεσαι από αυτή.

Ποια είναι η πιο σημαντική συμβουλή που σας έχουν δώσει όλα αυτά τα χρόνια;

Έχω πάρει άπειρες συμβουλές από πάρα πολύ κόσμο, από μεγαλύτερους συναδέλφους, σπουδαίους πρωταγωνιστές και θιασάρχες. Δεν έχω ένα συγκεκριμένο “μόττο” όσον αφορά τη δουλειά μου. Γενικά στη ζωή μου δεν κάνω ποτέ σε κάποιον κάτι που δεν θα ήθελα να μου κάνουν εμένα. Οπότε συμπεριφέρομαι με ανάλογο τρόπο. Θέλω να με αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα, επαγγελματισμό, ειλικρίνεια, χωρίς ψέματα, υστεροβουλία, αχαριστία, δίχως όλα αυτά που μας ενοχλούν όταν μας συμβαίνουν και όταν τα κάνουμε εμείς στους άλλους δεν τα παίρνουμε καν χαμπάρι.

Κλείνοντας, έχετε επαγγελματικά σχέδια την περίοδο αυτή;

Αυτή τη στιγμή δεν έχω κανένα απολύτως σχέδιο, δεν έχω κάποια επαγγελματική δραστηριότητα. Περιμένω και αν προκύψει κάτι καλοδεχούμενο.

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ