Connect with us

Πολιτισμός

Ο Αυγουστίνος Κούμουλος στο Χ-τύπο: “Κάθε μέρα προσπαθώ να είμαι καλύτερος από την προηγούμενη”

Published

on

Με ένα εντυπωσιακό βιογραφικό για το νεαρό της ηλικίας του και μια υποψηφιότητα για Βραβείο Χορν στις πλάτες του ο Αυγουστίνος Κούμουλος έχει αποδείξει περίτρανα ότι είναι γεννημένος καλλιτέχνης.

Το θέατρο και ο χορός είναι οι μεγάλες του αγάπες και τις υπηρετεί μοναδικά όντας προσγειωμένος και συγκεντρωμένος, όπως λέει και ο ίδιος σε μικρούς καθημερινούς στόχους.

Την περίοδο αυτή πρωταγωνιστεί στη “Δόξα Κοινή” και τον “Μισάνθρωπο”, δύο πολύ διαφορετικές, αλλά εξίσου σπουδαίες παραστάσεις. Ο ταλαντούχος ηθοποιός μας μιλά για τα εγχειρήματα αυτά, την πρώτη του επαφή με τις τέχνες, αλλά και για το πώς αντιμετωπίζει τους επαίνους και τις διακρίσεις στη δουλειά αυτή σε μια πλούσια συνέντευξη.

 

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τις τέχνες;

Σαν παιδάκι ζωγράφιζα πολύ, και όταν κάποια στιγμή στο Γυμνάσιο άκουσα ότι υπάρχει θεατρική ομάδα είπα να πάω προκειμένου να βοηθήσω κάπως στο κομμάτι των σκηνικών. Ήρθα σε επαφή λοιπόν με το όλο κομμάτι της παράστασης, και μια καθηγήτρια που ήταν υπεύθυνη και μου είπε “για δοκίμασε και αυτό” και σιγά σιγά μπήκε και το κομμάτι της υποκριτικής. Ήμουν πολύ τυχερός διότι είχα και μια καθηγήτρια η οποία ασχολείτο σοβαρά με όλο αυτό, το φρόντιζε, το αγαπούσε και το πρόσεχε οπότε γινόταν μια όμορφη δουλειά ήμασταν μια ωραία ομάδα, μια παρέα με όλα τα παιδιά από διαφορετικές τάξεις και ηλικίες. Έτσι λοιπόν ήρθε η πρώτη μου επαφή και γνωριμία με το θέατρο και παρέμεινα τυχερός, καθότι μετά παρουσιάστηκε μια άλλη καθηγήτρια στο ίδιο σχολείο, η οποία όμως ασχολείτο με τον χορό. Και σε διάφορες γιορτές κ.λπ. εννοείται εγώ ήμουν ο πρώτος που συμμετείχα κι έτσι ξεκίνησα να ασχολούμαι και με αυτό. Σίγουρα με τους παραδοσιακούς για αρχή, όπως γίνεται αρκετά συχνά σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά η συγκεκριμένη καθηγήτρια κάπως μας γνώρισε και λίγο τα λάτιν και τους ζευγαρωτούς. Η ίδια μετά μου σύστησε τον δάσκαλο με τον οποίον έκανε και αυτή μαθήματα. Πήγαν και κάποιοι φίλοι οπότε πήγα παρέα μαζί τους και ήμασταν και εκεί μια άλλη παρέα, και κάπως έτσι σιγά σιγά άρχισα να ασχολούμαι με το κομμάτι του χορού και να ψάχνω και τα είδη του χορού και τους καθηγητές του χορού για να δω ακριβώς τι είναι αυτό που μου ταιριάζει. Οπότε ήταν λίγο ένας συνδυασμός συγκυριών, τύχης και ανθρώπων, ανθρώπων που ενορχήστρωναν τα πράγματα και ανθρώπων που τα αποτελούσαν.

 

Και το θέατρο πώς προέκυψε σε πιο επαγγελματικό επίπεδο;

Κάποια στιγμή απλώς μέτρησα τα πράγματα. Πήγα στο φροντιστήριο προκειμένου να δώσω Πανελλαδικές και να δω τι είναι αυτό που με ενδιαφέρει και κάπως ψάχνοντας και αποκλείοντας το ένα και το άλλο και συνειδητοποιώντας τι μου συμβαίνει, ξαφνικά είδα ότι αυτό που με ενδιαφέρει και με γεμίζει είναι το κομμάτι του θεάτρου. Έτσι το ανακοίνωσα στους γονείς μου λέγοντας τους ότι “είναι κρίμα να πληρώνετε φροντιστήρια και να ξοδεύετε τζάμπα λεφτά, δεν θα μάθω κάτι που να με ενδιαφέρει εκεί”. Επίσης το κομμάτι της τύχης στο πλαίσιο ανθρώπων με ακολούθησε και εκεί. Οι γονείς μου ευτυχώς ήταν πάρα πολύ δεκτικοί και υποστηρικτικοί, με βοήθησαν μάλιστα να συνειδητοποιήσω ακόμα περισσότερο την απόφαση που είχα πάρει για αυτό το θέμα του θεάτρου λέγοντας μου ότι “ναι τώρα ήσουν τυχερός και βρέθηκες σε κάποιες ομάδες που όλα είναι όμορφα και καλά, και είσαι ευτυχής που υπάρχει μια πολύ καλή συνθήκη γύρω από εσένα, αλλά ενδεχομένως να μην είναι έτσι τα πράγματα παραέξω. Είσαι σίγουρος ότι μέσα σε αυτό θέλεις να πορευτείς;” Εκείνη τη στιγμή η αλήθεια είναι δεν έκανα πίσω, αλλά είπα “μισό λεπτό αυτό θέλει σκέψη.” Εγώ δεν το είχα φανταστεί έτσι. Είχα φανταστεί ότι ανεβαίνω πάνω στη σκηνή, είμαι “το παιδάκι του σχολείου” που κάνει θέατρο και προβάλλεται, και όλοι λένε “να ο Αυγουστίνος που κάνει θέατρο”. Οι γονείς μου οπότε με βοήθησαν να καταλάβω ότι όντως αυτό θέλω να κάνω. Την χρονική περίοδο εκείνη που είχαν αρχίσει να στενεύουν τα πράγματα -μιλάμε για τη φάση μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες – συνειδητοποιούσα ότι δεν με ενδιέφερε να βρω και να ανακαλύψω ένα σίγουρο, εξασφαλισμένο επάγγελμα καθότι δεν υπήρχε, και δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Διότι αν δεν σου αρέσει αυτό που κανείς δεν θα το κάνεις καλά, άρα δεν θα σου εξασφαλίσει κάτι, γιατί θα υπάρχουν άνθρωποι που θα το κάνουν καλύτερα από εσένα. Και επειδή είναι δύσκολες οι συνθήκες αυτή τη στιγμή για τον οποιονδήποτε, αν μη τι άλλο να κάνεις κάτι που ναι μεν να έχει δυσκολίες αλλά να είσαι σε αυτό το κομμάτι που το γουστάρεις και περνάς πιο όμορφα.

 

 

Είχατε κάποια πρότυπα ξεκινώντας σε αυτό το χώρο;

Δεν μπορώ να αναφέρω κάτι συγκεκριμένο, τουλάχιστον όχι πριν μπω στη σχολή δεν είχα. Στην πορεία άρχισα να γνωρίζω ενδεχομένως καλύτερα κάποιους καλλιτέχνες συγκυριακά, εννοώντας ότι έτυχε παραδείγματος χάρη ένας συγκεκριμένος καθηγητής να μου πει ότι του θύμιζα τον Αλέκο Αλεξανδράκη εμφανισιακά. Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω καν αν τον θυμίζω ή όχι και δεν έχει σημασία, απλώς εμένα κάτι μου έκανε αυτό με την ομοιότητα και έψαξα λίγο και είδα ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, τι έχει κάνει, πόσο είχε υπερασπιστεί τα όνειρα και τα ιδανικά του και προς ποιες κατευθύνσεις και πόσο πάλεψε μόνος του για κάποια πράγματα. Αυτό είναι απλά ένα παράδειγμα. Δεν μπορώ να πω ότι είχα εμμονή με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο. Μου άρεσε να βλέπω, να ακούω και να ανακαλύπτω ανθρώπους και ιστορίες και αμβλύνοντας μέσα στα χρόνια την κριτική μου σκέψη, να διαλέγω, να κρατάω και να ξεχωρίζω στοιχεία από τον καθένα.

 

Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε αρχικά στην παράσταση “Δόξα Κοινή”, η οποία διαβάσαμε ότι συνδυάζει το θέατρο με την ποίηση. Πώς ακριβώς γίνεται αυτό επί σκηνής;

Αυτό για εμένα είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο, το οποίο οφείλω να ομολογήσω ότι στην αρχή όταν μου προτάθηκε η δουλειά ήμουν λίγο επιφυλακτικός. Διότι έχω μια τάση να πιστεύω και από εγχειρήματα του παρελθόντος που έχω παρακολουθήσει, ότι ένα πράγμα φτιάχτηκε και κατατάσσεται σε ένα είδος, δηλαδή όταν η ποίηση φτιάχνεται για ποίηση, η λογοτεχνία για λογοτεχνία, το θέατρο για το θέατρο, για να μεταπηδήσει σε κάποια άλλη μορφή του και εν προκειμένω μιλάω για τη θεατρικοποίηση του γραπτού λόγου, είναι δύσκολο, δεν το έχω δει πολλές φορές να πετυχαίνει. Να πούμε ότι η παράσταση είχε γίνει η απόπειρα να ανέβει το 2020, είχε παίξει πολύ λίγες παραστάσεις και την πρόλαβε η καραντίνα. Οπότε είχα στα χέρια μου το κείμενο και το βίντεο να μελετήσω και να προετοιμαστώ κ.λπ. και με κέρδισε. Εκεί είδα ξαφνικά ότι είναι μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις που για τα μάτια και τα κριτήρια τα δικά μου, και την αισθητική μου τουλάχιστον, όντως ο στόχος επιτεύχθηκε. Ήταν θέατρο το οποίο όμως ξεκινούσε από την ποίηση. Μιλάμε για την ελληνική ποίηση, για ένα μεγάλο κεφάλαιο της Γενιάς του ‘30 η οποία όμως φτάνει πραγματικά στην αιωνιότητα της ελληνικής ποίησης μέχρι και την Σαπφώ και προγενέστερες μορφές. Η παράσταση ανεβαίνει κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 20.30 στο θέατρο “Πορεία”.

 

 

Είναι η ανταπόκριση του κοινού ανάλογη με αυτό που περιμένατε;

Για τα μάτια και τις σκέψεις τις δικές μου, η αποδοχή του κόσμου είναι παραπάνω από αυτό που περίμενα, διότι το κομμάτι της ποίησης και ειδικά της Γενιάς του ‘30 εγώ τουλάχιστον το έχω στο μυαλό μου συνδεδεμένο με ηλικίες μεγαλύτερες για το κοινό που το παρακολουθεί. Βλέπω χαρά και ειλικρινή ενθουσιασμό από μια μεγάλη γκάμα ηλικιών και πολύ μικρότερες ηλικίες, εννοώντας παιδιά από 20 μέχρι 30-35 και ανεβαίνουμε βεβαίως και παραπάνω.

 

Πρωταγωνιστείτε και στον “Μισάνθρωπο” του Μολιέρου, ένα κλασικό έργο. Τι είναι αυτό που το κάνει πάντα τόσο επίκαιρο;

Αυτοί οι δημιουργοί χαρακτηρίζονται κλασικοί για κάποιο λόγο και δεν είναι τυχαίο ότι κατάφεραν τα έργα τους να αντέχουν τόσο πολύ στο χρόνο. Αυτό γίνεται αφενός γιατί μιλάμε για σπουδαίους ανθρώπους που κοπιάζουν για να δημιουργήσουν κάτι, δεν είναι τυχαίο το δημιούργημα τους, δεν έχει έρθει εύκολα και βεβαίως από εκεί και έπειτα κάποιες στιγμές είναι και η “μούσα” της τέχνης και της ποίησης και του θεάτρου που συντονίζει κάποια πράγματα και έχουν κάνει πραγματικά εξαίσιο. Τώρα ο “Μισάνθρωπος” συγκεκριμένα, είναι ένας άνθρωπος ο οποίος περιγράφει ότι βρίσκεται σε μια κοινωνία γεμάτη υποκρισία και σαθρότητα, και μάλλον αυτό είναι ένα μοτίβο των σχέσεων των ανθρώπων, το οποίο καλώς ή κακώς έχει μια διάρκεια στο χρόνο. Δεν είναι εύκολες οι σχέσεις των ανθρώπων και ούτε είναι εύκολο να δεις σε αυτές σε βάθος και να υπάρχει ουσία σε αυτές. Και βλέπεις έτσι πράγματα τα οποία επαναλαμβάνονται. Έτσι λοιπόν η παράσταση και το έργο αυτό του Μολιέρου αντέχει αρκετά χρόνια.

 

Με ποιον χαρακτήρα από αυτούς τους δύο που ενσαρκώνετε φέτος ταυτίζεστε περισσότερο;

Έχω μια σκέψη στο μυαλό μου πως όταν συμμετέχω σε μια παράσταση, όλο αυτό γίνεται προκειμένου να υπηρετήσω κάτι και όχι για να εκφράσω ένα κομμάτι του εαυτού μου με αυτήν την απόλυτη έννοια. Ας πούμε οπότε στον “Μισάνθρωπο” δεν μπορώ να πω ότι ταυτίζομαι με τον χαρακτήρα που υποδύομαι ο οποίος είναι ένας τρόπον τινά Μαρκήσιος, μέρος αυτής της σαθρής οργάνωσης την κοινωνίας, και ο οποίος όσο τον βολεύει κράζει τους άλλους, και όταν κάποια στιγμή ο ίδιος εκτίθεται γίνεται έξω φρενών. Δεν μπορώ να πω λοιπόν ότι ταυτίζομαι με αυτόν τον χαρακτήρα εγώ σαν άνθρωπος, όμως τον υπηρετώ με μεγάλη μου χαρά, διότι είναι ένα μέρος του ευρύτερου παζλ το οποίο αποτελεί και ολοκληρώνει την παράσταση. Στην άλλη παράσταση υπάρχει μια πολυπλοκότητα, καθώς δεν είναι ένας ρόλος, στην ουσία η παράσταση είναι ένα “ταξίδι” όπου ο ένας ποιητής κάνει πάσα στον άλλον και το ένα ποίημα σε πετάει στο επόμενο, οπότε εκεί δεν υπάρχει με την κλασική αυστηρή έννοια κάποιος ρόλος που υποδύομαι, αλλά είναι κάποιες συνθήκες και καταστάσεις στις οποίες βυθιζόμαστε όλοι μαζί σαν θίασος.

 

Το 2020 ήσασταν υποψήφιος για Βραβείο Χορν. Γενικά πόση σημασία έχει για σας μια τέτοιου είδους αναγνώριση, είναι κάτι που επιδιώκετε κατά κάποιο τρόπο;

Θα μιλήσω με απόλυτη ειλικρίνεια. Όταν ανεβαίνεις πάνω στη σκηνή και εκτίθεσαι κάθε μέρα, κάποια είναι επιβεβαίωση περιμένεις να λάβεις. Κάποιο κομμάτι ναρκισσισμού και αλαζονείας σου επιβεβαιώνεται κάθε βράδυ στη σκηνή που ανεβαίνεις. Από εκεί και έπειτα σε ποιο βαθμό υπάρχει και πώς κινείσαι με τον ναρκισσισμό σου, αυτό διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και έχει και άλλα αποτελέσματα, οπότε δεν μπορώ να πω ότι όταν άκουσα ότι είμαι υποψήφιος για το βραβείο Χορν μου ήταν κάτι αδιάφορο. Χάρηκα πάρα πολύ. Βεβαίως ταυτοχρόνως και αυτό είναι το περίεργο σε αυτή τη δουλειά την οποία εμείς την επιλέγουμε, είναι και μία δουλειά στην οποία μαθαίνεις ότι αν συμμετέχεις σε μία παραγωγή η οποία πηγαίνει πολύ καλά, επειδή ξέρεις ότι αυτό έχει μία ορισμένη διάρκεια, αμέσως πρέπει να ψάξεις για την επόμενη. Εννοώ ότι μονίμως έχει μία αγωνία και τίποτα δεν σε αφήνει σε ηρεμία και ησυχία. Οπότε ναι χάρηκα που το άκουσα αλλά δεν εφησυχάστηκα ακούγοντάς το. Διότι είναι μία δουλειά η οποία τρέχει μονίμως, εσύ τρέχεις μονίμως, κυνηγάς, διεκδικείς και καλό είναι να μην εφησυχάζεσαι από τίποτα.

 

Προσωπικά πού ονειρεύεστε να φτάσετε;

Προσπαθώ να βελτιώνομαι σε αυτό που είμαι αυτή τη στιγμή. Αυτή τη στιγμή έχω κάτι, και θέλω να κατακτήσω κάτι ακόμα κάτι επόμενο και ούτω καθεξής. Δεν σκοπεύω να πω ότι θέλω να φτάσω εκεί, και και να σταματήσω την εξέλιξή μου, δεν έχω οπότε κάποιο συγκεκριμένο στόχο, π.χ. ότι ονειρεύομαι αύριο το πρωί να παίξω στο Χόλυγουντ. Καλά θα το ήθελα πολύ βέβαια (γέλια) αν συνέβαινε, αλλά δεν το έχω έτσι στο μυαλό μου αυτή τη στιγμή. Προσπαθώ να βελτιωθώ σε ό,τι περνάει από το χέρι μου είτε μιλάμε για τον ψυχισμό μου και το πώς χειρίζομαι τις καταστάσεις, την εκπαίδευσή μου και τον όποιο επόμενο ρόλο βρεθεί στα χέρια μου οπότε θα έλεγα ότι βάζω μικρούς στόχους. Κάθε μέρα να είμαι καλύτερος από την προηγούμενη.

 

Έχετε κάποια άλλα σχέδια για το μέλλον εκτός των παραστάσεων;

Είχα μέχρι στιγμής μία πολύ γεμάτη χρονιά και αξίζει να αναφερθεί και το ότι ασχολούμαι παράλληλα με το κομμάτι της επιμέλειας κίνησης, ένα πολύ δημιουργικό κομμάτι που με ενδιαφέρει πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια. Έκανα επιμέλεια κίνησης στην παράσταση “Ο Μίλτος” σε σκηνοθεσία του Ρωμανού Μαρούδη, σε συμπαραγωγή με το θέατρο Πόρτα και πηγαίνει σε σχολεία και παρουσιάζεται, ένα πάρα πολύ ωραίο και ευαίσθητο έργο της Ξένιας Καλογεροπούλου. Έκανα επίσης επιμέλεια κίνησης στην «Pomona» σε σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου επίσης ένα έργο το οποίο παρουσιάζεται στην σκηνή του θεάτρου Πόρτα. Έχω λοιπόν μία πολύ γεμάτη χρονιά σε συνεργασίες και είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος. Έχω και κάποια πράγματα που σκέφτομαι και προσπαθώ να οργανώσω για το μέλλον, είτε αυτό είναι το καλοκαίρι είτε τον επόμενο χρόνο, αλλά δεν είναι αυτή τη στιγμή κάτι δρομολογημένο.

 

Κλείνοντας θα θέλατε να κάνετε κάποιο σχόλιο πάνω στην όλη συζήτηση για την εξίσωση των πτυχίων των Δραματικών Σχολών με Απολυτήριο Λυκείου;

Είναι πολύ κρίμα και άδικο. Υπάρχει μία υποτίμηση του χώρου των καλλιτεχνών εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Υπάρχουν ζητήματα τα οποία έχουν τεθεί ήδη από το 2003, καθότι υπήρξε ένα θέμα με τις νομοθεσίες που είχαν για την εξίσωση των ελληνικών πτυχίων και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών πτυχίων. Αντί να υπάρξουν βήματα μπροστά αναφορικά με όσα ζητήματα έχουν τεθεί όλα αυτά χρόνια, ξαφνικά κάνουμε βήματα πίσω. Όχι απλώς δεν αναβαθμίζονται τα πτυχία μας αλλά αντιθέτως δεν υπάρχουν στην ουσία. Προφανώς δεν γίνεται να είναι τυχαίο όλο αυτό, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι εξυπηρετούνται από αυτή την κίνηση και αυτήν την απόφαση είναι κρίμα είναι στενάχωρο. Θέλω να πιστεύω ότι πολύ γρήγορα ακόμα και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καταλάβει το λάθος το οποίο έχει κάνει και την ατυχία που υφίστανται αυτήν την στιγμή οι καλλιτέχνες των καλών τεχνών, ηθοποιοί, χορευτές και άνθρωποι του κινηματογράφου και θα υπάρξει πρόοδος, ώστε να συνεχιστούν οι προσπάθειες οι οποίες είχαν ξεκινήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια να πάμε παρακάτω από εκεί που ήμασταν. Δυστυχώς εδώ και πολλά χρόνια βλέπουμε την πλάτη της πολιτείας, και αυτή τη στιγμή φάγαμε και μία γροθιά.

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ