Πολιτισμός
Ο Χ. Μαυρουδής στο Χ-τύπο: “Δεν πρέπει να επιτρέψουμε τη σπίλωση των θυμάτων”
Αν και το τελευταίο διάστημα έχει “πρωταγωνιστικό ρόλο” στην Αντιδημαρχία Αθλητισμού του Δήμου Χαλανδρίου, ο Χάρης Μαυρουδής δεν σταμάτησε στιγμή να υπηρετεί την τέχνη του.
Ο αγαπημένος ηθοποιός έχει αφιερωθεί στην υποκριτική από την εφηβεία του ακόμα, χαράζοντας μια επιτυχημένη καριέρα με θεατρικές και τηλεοπτικές δουλειές.
Ο ίδιος κάνει μια αναδρομή στην πορεία του ανακαλύπτοντας τις δουλειές που έχει ξεχωρίσει μέχρι στιγμής, μιλά για τη συμμετοχή του στην πιο επιτυχημένη ελληνική ταινία των τελευταίων χρόνων, αλλά και για όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στο χώρο του θεάτρου. Όλα αυτά σε μια αποκλειστική συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στο Χ-τύπο και την Ιφιγένεια Μπελή.
Πώς έχει περάσει για σας αυτός ο ένας χρόνος εν μέσω πανδημίας;
Δύσκολα. Η έλλειψη της επαφής και επικοινωνίας με τον κόσμο, με τους δικούς μου ανθρώπους τους γονείς μου, που προσπαθώ να μην τους συναντώ για να τους προστατέψω, είναι αρκετά ψυχοφθόρα, και η υπομονή μου έχει αρχίσει να εξαντλείται. Φυσικά δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό γιατί είμαι πεπεισμένος ότι υπάρχει πρόβλημα. Επαγγελματικά, οι πρόβες για το θέατρο σταμάτησαν βιαίως. Η έλλειψη του σανιδιού είναι κάτι που έχει ψυχολογικό κόστος, πέρα από το οικονομικό κομμάτι. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες ακολουθήσαμε το επάγγελμά μας, όχι για το βιοπορισμό, αλλά γιατί ήταν μια ανάγκη έκφρασης, μια ανάγκη επιβίωσης, και αυτή τη στιγμή είναι σα να μας έχουν κόψει το οξυγόνο. Ως προς την άλλη μου ιδιότητα, του Αντιδημάρχου, έχουμε μπει σε μια διαδικασία συντήρησης δυνάμεων και προστασίας του κόσμου με κατασταλτικά μέσα, με το να μην υπάρχει αθλητισμός, και έτσι έχει χαθεί όλη αυτή η δημιουργικότητα και τα σχέδια που είχαν γίνει για την επόμενη μέρα, γιατί δεν γνωρίζουμε πότε θα έρθει αυτή η μέρα. Αυτό είναι επίσης κάτι ψυχοφθόρο γιατί αν γνωρίζαμε ότι είχε μια “ημερομηνία λήξης” αυτή η δοκιμασία, θα ήταν πολύ πιο εύκολο να περιμένουμε γνωρίζοντας ότι εκεί βρίσκεται το τέλος αυτής της πορείας. Τώρα, όσο περνάει ο καιρός και με όλες αυτές τις πληροφορίες περί μικρού αριθμού εμβολίων και πόσο καιρό θα υπάρχει προστασία κ.λπ., όλο αυτό δυσχεραίνει την κατάσταση.
Πιστεύετε ότι οι παραστάσεις μέσω live streaming έχουν μέλλον και στη μετά – covid εποχή;
Όχι και ελπίζω να μην έχουν, γιατί το θέατρο χρειάζεται οπωσδήποτε και το κοινό. Ο ηθοποιός για να μπορέσει να υπάρξει πάνω στη σκηνή και να δώσει τον καλύτερο εαυτό του, έχει ανάγκη από την τροφοδοσία που δίνει το κοινό, με το χειροκρότημα, τη σιωπή, το γέλιο. Όλα αυτά είναι απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να μπορέσει να υπάρξει μια παράσταση. Οπότε ακόμα κι αν βελτιωθούν όλα τα τεχνικά μέρη και να γίνεται μια καλύτερη τηλεσκηνοθεσία, ώστε το μέσο που είναι η οθόνη να φιλοξενήσει το θέατρο, και μόνο που θα λείπει το συστατικό του κοινού είναι αρκετό για να μην μπορεί αυτό το εγχείρημα να πετύχει. Εξάλλου το θέατρο δεν είναι το ίδιο με αυτό που ήταν πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Αναλόγως και της τεχνολογικής εξέλιξης, αλλάζει και την υπόστασή του. Δεν είναι το ίδιο από όταν άρχισαν να υπάρχουν τα γραπτά κείμενα και η λογοτεχνία ή ο κινηματογράφος. Κάθε φορά προσαρμοζόταν σε ένα καινούργιο δεδομένο. Αλλά αυτή η προσαρμογή εμπεριείχε πάντα και το κοινό.
Αν πηγαίναμε λίγο πίσω στο χρόνο, θυμάστε πώς ήταν τα πρώτα βήματά σας στο χώρο;
Τα πρώτα μου βήματα στο χώρο είναι πραγματικά πολλά, γιατί υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά του επαγγελματία και του μη επαγγελματία. Πριν γίνω επαγγελματίας, είχα την τύχη να συμμετέχω σε ένα αυτοτελές επεισόδιο μιας εφηβικής σειράς, το “Μικροί μεγάλοι” στην ΕΡΤ. Εκεί επειδή ήμουν σε ένα θεατρικό εργαστήρι στο Χαλάνδρι, με πρότειναν για ένα πρωταγωνιστικό ρόλο που χρειάζονταν για ένα επεισόδιο. Χάρη σε αυτό προτάθηκα να πρωταγωνιστήσω σε μια σειρά το “Ταξίδι που σκοτώνει” σε σκηνοθεσία Χ. Παληγιαννόπουλου, που ήταν πάλι για την ΕΡΤ, όταν ήμουν ακόμα μαθητής της Β’ Λυκείου. Παράλληλα, χάρη σε αυτά, ο Ν. Βασταρδής που είχε εμπιστευτεί έναν ρόλο σε μια περιοδεία με τον Μάκβεθ, όταν ήμουν 16 χρονών. Όλα αυτά αλλάζουν γιατί θεωρώ ότι επαγγελματίας ηθοποιός γίνεσαι αφού τελειώσεις τη σχολή. Πήγα λοιπόν στο Θέατρο Τέχνης, και αφού τελείωσα τη σχολή με είδαν στις εξετάσεις και έπαιξα στο θέατρο στην αρχή στη Φιλουµένα Μαρτουράνο που ανέβηκε στο ΔΗΠΕΘΕ Ρόδου και με το που τελείωσε αυτή η παράσταση είχα ήδη ξεκινήσει τις πρόβες μου στο Θέατρο των Εξαρχείων, που έκανα το ντεμπούτο μου ως επαγγελματίας στην Αθήνα, στην παράσταση “Γυάλινος ουρανός”. Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου θυμάμαι ότι μου άρεσε το θέατρο και έλεγα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Επειδή μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον μέσα στις τέχνες, ο πατέρας μου ήταν μουσικοσυνθέτης και γενικά οι γονείς μου με έφερναν σε επαφή με τις τέχνες, ήταν κάτι που μεγάλωνα μαζί του.
Υπάρχει κάποια δουλειά που θεωρείτε “σταθμό” στην πορεία σας;
Δύσκολη ερώτηση, γιατί η διαστροφή του καλλιτέχνη είναι να αγαπάει τις δουλειές που κάνει. Ίσως αυτό το σίριαλ το “Ταξίδι που σκοτώνει” να είναι ένας πολύ σημαντικός σταθμός στην πορεία μου, καθώς βοήθησε πολύ και στην εξέλιξή μου, αλλά και στα εφόδιά μου, δεδομένου ότι τα εφόδια των καλλιτεχνών είναι οι προηγούμενες δουλειές που έχουν κάνει. Δηλαδή με βοήθησε όταν τελείωσα τη σχολή θεάτρου, καθώς είχα ήδη στις πλάτες μου μια δουλειά που λειτούργησε θετικά. Άλλος “σταθμός” είναι η παράστασή μου με τον “Πλούτο” όταν ήμουν ακόμα στη σχολή, γιατί ξαφνικά έζησα τη διαδικασία σαν επαγγελματίας κι ας μην ήμουν ακόμα. Είχα μια άλλη ευθύνη, απ’ ότι πριν μπω στη σχολή. Επίσης, μια παράσταση που με εξέλιξε πάρα πολύ σαν ηθοποιό, αλλά δυστυχώς ήταν μόνο δύο εβδομάδες, ήταν στο “Ταξίδι μιας μέρας μέσα στη νύχτα” που σκηνοθέτησε ο Α. Κοέν. Μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θεωρώ ότι έγινε ένας “σταθμός”. Ακόμη μια άλλη τηλεοπτική δουλειά που ένιωσα να εξελίσσομαι μέσα από αυτή ήταν με τον Π. Κοκκινόπουλο η “Ερόικα” όπου όλος αυτός ο χρόνος μαζί με αυτό τον σπουδαίο σκηνοθέτη με έκανε καλύτερο ηθοποιό.
Η “Ευτυχία” στην οποία συμμετείχατε, αν και παραγωγής 2019, συζητιέται ακόμα έντονα, καθώς πρόσφατα προβλήθηκε και στην τηλεόραση. Πώς ήταν για σας αυτή η εμπειρία και πόσο δύσκολο ήταν να υποδυθείτε μια τόσο μεγάλη προσωπικότητα όπως ο Καλδάρας;
Είναι μια από τις δουλειές που νιώθω πραγματικά περήφανος που συμμετείχα. Αυτό που δεν ξέρει ο κόσμος είναι ότι στην πραγματικότητα ήμουν αντικατάσταση ενός άλλου ηθοποιού που τελικά δεν συμμετείχε και βρέθηκα ξαφνικά σε μια σπουδαία παραγωγή, η οποία πέρα από το ότι ήταν πολύ καλή ταινία, ήταν από τις λίγες δουλειές που μιλάνε για την ιστορία της τέχνης, για τη μουσική ιστορία και το ρεμπέτικο κυρίως, μέσα από αυτή την εμβληματική γυναίκα, η οποία έζησε κιόλας στο Χαλάνδρι. Ήταν μια ταινία με σπουδαίους συντελεστές, τρομερή παραγωγή, πολύ ωραίες συνθήκες, και το ότι έκανα έναν υπαρκτό άνθρωπο και μπήκα σε μια διαδικασία να κάνω έρευνα, να μιλήσω με ανθρώπους που τον γνώριζαν, να μάθω στοιχεία για τον πραγματικό του χαρακτήρα και να προσπαθήσω να τον αποδώσω στο “πανί”, ήταν κάτι που δεν μου είχε ξανασυμβεί σε αυτό το βαθμό και είχε μια άλλη ευθύνη. Γιατί ο Καλδάρας δεν είναι άνθρωπος που έζησε πριν εκατοντάδες χρόνια, ώστε να μην υπάρχει το στοιχείο του σήμερα, οπότε αυτό που προσπάθησα να υπηρετήσω είναι κάτι που από πολλούς ανθρώπους είχε άμεση σύγκριση κι αυτό είναι ένα βάρος σημαντικό.
Ο χώρος του θεάτρου έχει βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μετά το πλήθος καταγγελιών για κακοποιητικές συμπεριφορές. Τι έχετε να σχολιάσετε εσείς για όσα συμβαίνουν;
Είναι ευλογία αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Όχι αυτά που έγιναν, αυτές οι σκοτεινές, βρώμικες και άρρωστες καταστάσεις, αλλά το ότι δίνεται η δυνατότητα σε αυτό το χώρο, να εξοστρακίσει τους ανθρώπους που τα έκαναν αυτά στο όνομά του. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν σε θέσεις εξουσίας και όχι μόνο θεσμικές, αλλά και απέναντι στους συναδέλφους τους, ήταν άνθρωποι που μπορούσαν να τους εμποδίσουν στην πορεία τους, που μπορούσαν να τους επιβληθούν με πάρα πολλούς τρόπους και το κάνανε. Θεωρώ ότι ήρθε η στιγμή που θα αναγκαστούν να αποχωρήσουν, και τα νεότερα παιδιά που ακολουθούν θα μπορούν να δημιουργούν, να υπάρχουν σε έναν χώρο που δεν θα έχει αυτή την “ασχήμια”. Θα έχει τα προβλήματα που είχε, καθώς είναι ένας χώρος που δεν τηρούνται ούτε οι εργασιακές συνθήκες, δεν έχει τους κατάλληλους μισθούς, δεν υπάρχει η ασφάλεια που θα έπρεπε όπως και σε άλλες δουλειές, όλα αυτά δεν θα σταματήσουν να υφίστανται, αλλά οι άνθρωποι που χρησιμοποιούσαν με αυτό τον τρόπο την εξουσία τους δε νομίζω ότι θα τολμήσουν να το ξανακάνουν. Και τουλάχιστον είναι στο δικό μας χέρι να μην τους αφήσουμε, έχει ανοίξει πια ο δρόμος. Νομίζω ότι δεν είναι εύκολο να ξαναγυρίσουμε σε αυτές τις νοσηρές καταστάσεις, τις οποίες ακόμα κι αν τις ακούγαμε δεν τις γνωρίζαμε σε αυτό το μέγεθος. Δηλαδή ακούγαμε ιστορίες για αυτόν τον άνθρωπο που είναι πλέον κρατούμενος, αλλά δεν μπορούσαμε να τις αξιολογήσουμε. Είναι αλλιώς να γνωρίζεις ότι “βγαίνει με πιτσιρικάδες”, και αλλιώς να αντιλαμβάνεσαι ότι μιλάμε για ανήλικα παιδιά. Και αν επιβεβαιωθούν όλα αυτά που διαβάζουμε και ακούμε για ασυνόδευτα προσφυγόπουλα, μιλάμε για αίσχη. Δεν θέλω να το χαρακτηρίσω “αρρώστια”, γιατί η αρρώστια σου δίνει και ένα άλλοθι, βγάζοντας από το επίκεντρο τον θύτη και παρουσιάζοντάς τον ως θύμα. Εδώ έχουμε να κάνουμε για θύτες και θύματα. Και φυσικά όποια κι αν είναι η ευθύνη του θύματος, το θύμα παραμένει θύμα, διότι απ’ ότι διαβάζω και καταλαβαίνω ο κ. Κούγιας θα επιχειρήσει μια σπίλωση όλων των θυμάτων και η μεταμόρφωσή τους σε θύτες, αλλά ως κοινωνία, ως μονάδες, δεν πρέπει να το επιτρέψουμε να επιτευχθεί.
Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον;
Έχω ήδη κάποιες προτάσεις θεατρικές, είτε για το Νοέμβριο είτε για την άνοιξη, εφόσον επιτραπεί ξανά το άνοιγμα των θεάτρων. Ελπίζω πραγματικά να γίνει, αλλά όταν θα γίνει να είναι με ασφάλεια τόσο για τους συμμετέχοντες, όσο και για τους θεατές.Δεν πρέπει να γίνονται επιπόλαιες κινήσεις. Πρέπει τις αποφάσεις να τις παίρνουν οι σωστοί άνθρωποι και να μην είναι πολιτικό το κριτήριο, αλλά ιατρικό. Ως προς την Αντιδημαρχία εύχομαι ως το Σεπτέμβριο που θα ολοκληρωθεί η διετής θητεία μου να έχω προλάβει, όπως κάναμε το Νυχτερινό Αγώνα Δρόμου στο Χαλάνδρι, να μπορέσουν να υλοποιηθούν κι άλλα πράγματα, ή τουλάχιστον να ανανεωθεί και να μπορέσω να γίνω κι εγώ μέρος της “αλυσίδας” σε αυτή τη σπουδαία δουλειά που γίνεται στο Χαλάνδρι από τη δημοτική αρχή.