Οπως περιγράφει η Βάλια, αφού βρήκε σπίτι και έδωσε εγγύηση στον ιδιοκτήτη, μία ημέρα την ενημέρωσαν ότι πρέπει να ακυρωθεί η ενοικίαση, καθώς οι ένοικοι της πολυκατοικίας πληροφορήθηκαν ότι δουλεύει σε ΜΕΘ.
«Στενοχωρήθηκα. Έκλαψα. Έκλεισα το τηλέφωνο και με δάκρυα στα μάτια έφυγα για τη δουλειά. Ένιωθα οργή και θυμό», γράφει σε ανάρτησή της στο Facebook η νοσηλεύτρια στο «Σωτηρία».
Η ανάρτηση της νοσηλεύτριας:
«Μετράω 9 μήνες που εργάζομαι σε νοσοκομείο αναφοράς. Αρχικά ήταν όλα άγνωστα για όλους μας και ο φόβος επικρατούσε. Γνωστοί και φίλοι, μου έλεγαν πώς μπορώ και δουλεύω σε αυτές τις συνθήκες και με ρωτούσαν αν φοβάμαι. Φοβάμαι, έλεγα, αλλά προσέχω. Καθώς οι μέρες περνούσαν, έβλεπα τα βλέμματά τους πάνω μου με αγωνία, καχυποψία και φόβο. Όσοι ήξεραν πού δουλεύω έκαναν ένα βήμα πίσω. Δεν τους κατηγόρησα ποτέ, τους κατανοούσα.
Πριν λίγο καιρό έψαχνα να βρω σπίτι, βρήκα, το έκλεισα, έδωσα εγγύηση και μία μέρα μετά με πήρε ο ιδιοκτήτης να μου το ακυρώσει, γιατί έμαθε η πολυκατοικία ότι δουλεύω σε ΜΕΘ και φοβήθηκαν ότι θα τους κολλήσω. Ξαφνιάστηκα. Στενοχωρήθηκα. Έκλαψα. Έκλεισα το τηλέφωνο και με δάκρυα στα μάτια έφυγα για τη δουλειά. Ένιωθα οργή και θυμό.
Οι συνάδελφοί μου και εγώ έχουμε υποστεί αρκετές φορές κοινωνικό ρατσισμό αυτούς τους μήνες και ας προσέχουμε και ας έχει γεμίσει η μούρη μας σπυριά και σημάδια από τις μάσκες.
Είμαι η Βάλια, λοιπόν, και είμαι πάλι αρνητική».