Connect with us

Αφιερώματα

“Η Καταστροφή της Σμύρνης” – Άρθρο του Λουκά Χριστοδούλου

Published

on

Ο Στέφαν Τσβάϊχ γράφει: «Ακόμα και αυτή η άλωση της Κωνσταντινούπολης, ωχριά μπροστά στη Μικρασιατική Καταστροφή».

Είναι γεγονός ότι με τη Μικρασιατική Καταστροφή τον Σεπτέμβριο του 1922, η Τουρκία κατάφερε να εξαφανίσει τους Χριστιανικούς πληθυσμούς από την Ανατολία και με τη Γενοκτονία των Αρμενίων, των Ποντίων αλλά και των άλλων μικρασιατικών κοινοτήτων ολοκλήρωσε το σχέδιο που είχε σχεδιάσει και είχε αρχίσει να εφαρμόζει με υπόδειξη του Γερμανού στρατηγού Όθωνα Λίμαν φον Σάντερς τουλάχιστον 10 χρόνια νωρίτερα. Ποιο ήταν το σχέδιο; Να δημιουργήσουν ένα καθαρό Τουρκικό κράτος χωρίς μειονότητες που στο μέλλον θα μπορούσε να τους δημιουργήσει προβλήματα.

Μετά την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από την Μ. Ασία, τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο του 1922 και την καταστροφή της Σμύρνης με την πυρπόληση του Ελληνικού και Αρμενικού τομέα ο Κεμάλ Ατατούρκ ήθελε να βάλει ταφόπλακα στα όνειρα των Ελλήνων για πιθανή επιστροφή τους. Σφάγιασε άμαχο πληθυσμό, λεηλάτησε περιουσίες, «κατέστρεψε» τον Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, καταπατώντας κάθε έννοια δικαίου και προστασίας των γυναικόπαιδων και γερόντων. Οι νέοι και οι άνδρες οδηγήθηκαν στα «αμελέ ταμπουρού» όχι για να αποκαταστήσουν τις ζημιές που προκάλεσε ο ελληνικός στρατός κατά την υποχώρησή του (τουρκική εκδοχή), αλλά για να υποστούν ένα αργό και εξευτελιστικό θάνατο σε πορείες θανάτου και αντεκδίκησης από τον τουρκικό λαό.

Είναι γεγονός ότι το Ελληνικό Στράτευμα στη Μ. Ασία είχε κουραστεί από τους αλλεπάλληλους πολέμους και πολλοί στρατιώτες είχαν χρόνια να δουν τις οικογένειές τους. Η παραμονή για τόσο μεγάλο διάστημα μακράν της ηπειρωτικής Ελλάδας ενός στρατού που άγγιζε τις 150.000 με 200.000 προκαλούσε πέραν των άλλων και τεράστια οικονομική αφαίμαξη. Οι πολιτικές αντιδικίες από το πολιτικό επίπεδο μεταφέρθηκαν και στην στρατιωτική ηγεσία που αντικατέστησε τους πεπειραμένους αξιωματικούς με αξιωματικούς χωρίς πείρα αλλά έχοντας την εύνοια των πολιτικών τους φίλων.

Έτσι όταν εκδηλώθηκε η Τουρκική επίθεση στα μέσα Αυγούστου του 1922, στο Αφιόν Καραχισάρ και στα άλλα μέτωπα, αιφνιδίασε την ελληνική στρατιωτική ηγεσία που με αλλεπάλληλα λάθη και ασυνεννοησίες οδήγησε τον αήττητο μέχρι τότε ελληνικό στρατό, σε άτακτη υποχώρηση προς τα μικρασιατικά παράλια όπου τους περίμεναν τα ελληνικά πλοία για να επιβιβαστούν. Με την υποχώρηση των στρατευμάτων άρχισαν να υποχωρούν φοβούμενοι αντίποινα και οι ελληνικοί πληθυσμοί. Ατέλειωτα καραβάνια στρατιωτών και πολιτών πήραν τον δρόμο προς τη σωτηρία. Όσοι πρόλαβαν και έφτασαν στα παράλια κατά μέγιστο μέρος σώθηκαν.

Όσοι εκτίμησαν ότι ήταν καλύτερο να πάνε στην Σμύρνη όπου εκεί θα υπήρχε περισσότερη ασφάλεια, έκαναν λάθος. Εγκλωβίστηκαν, βιάστηκαν, δάρθηκαν, λεηλατήθηκαν και όσοι μπόρεσαν να σωθούν έμεινε για πάντα στο μυαλό τους, οι τραγικές στιγμές που έζησαν στην προκυμαία της Σμύρνης.

Ο Τουρκικός στρατός συντεταγμένα εισέρχεται στη Σμύρνη στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 (ν.η.). Δεν συναντά καμία αντίσταση. Για μερικές μέρες λεηλατούν, δολοφονούν, βιάζουν, κλέβουν περιουσίες. Οι δρόμοι είναι διάσπαρτοι από πτώματα. Το πρωί της Τετάρτης 13 Σεπτεμβρίου 1922, ξεκινούν οι πρώτες φωτιές από την αρμενική συνοικία. Δεν υπάρχει καμία αντίδραση από την πλευρά του τουρκικού στρατού και της πυροσβεστικής. Οι φωτιές πολλαπλασιάζονται διεσπαρμένες σε έκταση πολλών οικοδομικών τετραγώνων. Το έργο της καταστροφής της Σμύρνης μόλις έχει αρχίσει και θα ολοκληρωθεί στις επόμενες μέρες. Η ελληνική και η αρμενική συνοικία θα γίνουν στάχτη.

Οι Αμερικανοί στρατιώτες απομακρύνουν τους Αμερικανούς υπηκόους όπως και οι άλλες μειονότητες (Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί κ.α.). Οι Έλληνες και οι Αρμένιοι μένουν στο έλεος του Θεού. Περιφέρονται στους δρόμους και την Προκυμαία της Σμύρνης. Υπάρχει σαφής εντολή του Τούρκου διοικητή της Σμύρνης, στρατηγού Νουρεντίν, ότι οι Έλληνες έπρεπε να αποχωρήσουν μέσα στις επόμενες 15 ημέρες. Η εντολή ήταν: «Φέρτε πλοία και πάρτε τους από τη χώρα. Δεν υπάρχει άλλη λύση» Ποιος θα τους έσωνε;

Να πως περιγράφει μέλος πληρώματος Αμερικανικού αντιτορπιλικού, την κατάσταση που επικρατούσε στην προκυμαία της Σμύρνης:

           «Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά παιδιά. Δε μπορούσαμε να τις πείσουμε να μας δώσουν τα πεθαμένα παιδιά τους. Είχαν τα παιδιά τους, νεκρά ακόμα και έξι μέρες, αλλά δεν τα εγκατέλειπαν. Δε μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρουμε με τη βία.»v

Από μια άλλη αμερικανική πηγή έχουμε άλλες πληροφορίες από αυτόπτη μάρτυρα:

Ως την Πέμπτη, τη 19η Σεπτεμβρίου, η ανθρωπιστική κρίση της προκυμαίας κινδύνευε να λάβει διαστάσεις επιδημίας. Πτώματα σάπιζαν πάνω στις πλάκες επί μία βδομάδα περίπου και βρίσκονταν σε φάση προχωρημένης αποσύνθεσης. Πολλοί από τους πρόσφυγες υπέφεραν από πυρετούς και οξεία διάρροια, συνέπεια της κατανάλωσης μολυσμένης τροφής και νερού. Όταν η Έστερ Λαβτζόϋ κοίταξε το λιμάνι εκείνο το πρωί, είδε με φρίκη ότι το ρεύμα της θάλασσας είχε σπρώξει τα κουφάρια εκατοντάδων αλόγων προς την προκυμαία…..

Η δρ. Έσθερ Πολ Λάβτζοϊ ήταν από τις πρώτες Αμερικανίδες που φρόντισαν τους πρόσφυγες σε αυτή την εξαθλιωμένη προκυμαία. Περιέγραψε την κατάσταση στη Σμύρνη σε διάφορα άρθρα της, στους New York Times, το πρώτο εκ των οποίων δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 1922:

«Ήμουν η πρώτη Αμερικανίδα γυναίκα του Ερυθρού Σταυρού στη Γαλλία» γράφει «αλλά αυτά που είδα εκεί στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με τη φρίκη της Σμύρνης. Όταν έφτασα στη πόλη, 250.000 άνθρωποι ήταν στοιβαγμένοι στην προκυμαία. Ήταν εξαθλιωμένοι, υπέφεραν, οι γυναίκες ούρλιαζαν και ήταν χτυπημένες, με τα ρούχα τους σκισμένα, οικογένειες είχαν χωριστεί και όλοι είχαν πέσει θύματα ληστείας. …Τα τρία τέταρτα του πλήθους ήταν γυναίκες και παιδιά ενώ δεν έχω δει ποτέ τόσες πολλούς εγκύους. Έμοιαζε σαν οι μισές γυναίκες να ήταν σε ενδιαφέρουσα. Οι συνθήκες προκάλεσαν πολλές πρόωρες γεννήσεις, όπου δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου χώρος και καμιά βοήθεια. Στις πέντε ημέρες που ήμουν εκεί, έγιναν περισσότεροι από 200 τοκετοί….»

O Asa Jennigs γραμματέας της Χριστιανικής Αδελφότητας Νέων στη Σμύρνη, βλέποντας αυτή την τρομακτική ανθρωποθυσία αποφασίζει να δράσει. Με την βοήθεια του Αμερικανού πλοιάρχου Χάλσεϊ Πάουελ βάζει σε πέρας ένα σχέδιο. Πως θα διασώσει τις περίπου 250.000 ψυχές που βρίσκονταν στη προκυμαία της Σμύρνης.

Και αυτό που για πολλούς φαίνονταν ακατόρθωτο έγινε πραγματικότητα. Η επιχείρηση διάσωσης ξεκινάει στις 23 Σεπτεμβρίου 1922. Τα 7 πρώτα ελληνικά πλοία Ισμήνη, Ματθαίος, Ατρόμητος, Θράκη, Βυζάντιο, Ζάκυνθος και Πηνειός, χωρίς την ελληνική σημαία στον ιστό τους, με τη συνοδεία αμερικανικού αντιτορπιλικού προσεγγίζουν την προκυμαία της Σμύρνης. Η εκκένωση ξεκινάει και ολοκληρώνεται μέσα σε μία βδομάδα. Με αλλεπάλληλες διαδρομές τα ελληνικά πλοία πάντα με τη συνοδεία αμερικανικού αντιτορπιλικού προσεγγίζουν την προκυμαία της Σμύρνης επιβιβάζονται τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι και παίρνουν το δρόμο για τη Μυτιλήνη και τη Χίο, όπου κυρίως αποβιβάζουν τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Πέρα από τους χιλιάδες νεκρούς που έμειναν άταφοι στα χώματα της Μικρασίας, πέρα από τους χιλιάδες αιχμάλωτους που έμειναν ή εξαφανίστηκαν σταδιακά στα στρατόπεδα ή στα τάγματα εργασίας τα περίφημα Αμελέ Ταμπουρού, ήρθαν στην Ελλάδα και 1.500.000 πρόσφυγες οι περισσότεροι άρρωστοι και ταλαιπωρημένοι, έχοντας μαζί τους λίγα ρούχα αυτά που τους επέτρεψαν να πάρουν μαζί τους οι Τούρκοι. Η πλειονότητα ήταν γυναικόπαιδα και μεγάλης ηλικίας άνθρωποι, αφού οι Τούρκοι έκριναν ότι αυτοί δεν θα ήταν επικίνδυνοι για το νέο κράτος που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν και τους άφησαν να φύγουν.

Εδώ τι τους περίμενε? Ένα κράτος διαλυμένο και διχασμένο λόγω πολιτικών διαφορών. Τα ταμεία του κράτους άδεια και έμεναν οι φιλανθρωπικές οργανώσεις (ελληνικές και ξένες) να συντονίσουν και να επισιτίσουν όλο αυτό τον κόσμο στον δύσκολο χειμώνα του 1922-23. Πρωτοστατούν εδώ οι αμερικανικές οργανώσεις και ο Αμερικάνικος Ερυθρός Σταυρός που εκτός από την διατροφή μεριμνά για την νοσοκομειακή περίθαλψη και την οργάνωσή τους. Πολιτική σταθερότητα δεν υπάρχει αφού έχουμε διαδοχικά κινήματα, δικτατορία και πολιτική αστάθεια.

Και όμως το φρόνημα και η ψυχή των προσφύγων δεν κάμφθηκε. Έκαναν οτιδήποτε δουλειά μπορούσε να τους δώσει ένα κομμάτι ψωμί, αλλά έδειξαν και το μεγαλείο ψυχής. Έφτιαξαν τα φτωχικά τους με ότι υλικά υπήρχαν διαθέσιμα (ξύλα, λαμαρίνες, πλίνθους κλπ.) και σταδιακά τα έκαναν πέτρινα με πολλούς αγώνες και στερήσεις. Μερίμνησαν οι ίδιοι για τις οικογένειες που δεν είχαν τον προστάτη τους αλλά επίσης και για τα ορφανά που είχαν χάσει και τη μάνα και τον πατέρα και τα είχαν μαζέψει από την αποβάθρα, την προκυμαία της Σμύρνης ή κάποιο άλλο λιμάνι.

Θα τελειώσω με ένα μέρος της περιγραφής του George Hortonxi, προξένου της Αμερικής στη Σμύρνη, την ώρα που έφευγε από την Σμύρνη :

«Καθώς το αντιτορπιλικό ξεμάκραινε από τη φοβερή σκηνή και το σκοτάδι έπεφτε, οι φλόγες που τώρα λυσσομανούσανε σε μεγάλο μέρος της πολιτείας γινότανε ολοένα και πιο λαμπερές, παρουσιάζοντας μια σκηνή απαίσιας και μακάβριας ομορφιάς. Ωστόσο στη Καρχηδόνα δεν υπήρχε κανένας στόλος χριστιανικών πολεμικών που να ατενίζουνε μια κατάσταση που για αυτήν ήταν υπεύθυνες οι κυβερνήσεις τους. Ένα από τα δυνατότερα αισθήματα που πήρα μαζί μου από την Σμύρνη, ήταν το αίσθημα ντροπής γιατί ανήκα στο ανθρώπινο γένος».

Λουκάς Π. Χριστοδούλου

Πρόεδρος ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. Δήμου Ν. Ιωνίας

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ