Ελάτε στην παρέα μας

Ατζέντα

Ο Γιώργος Ζαχαράκης βρίσκει έμπνευση στον Γούντι Άλεν και σκηνοθετεί το “Play it again, Sam”

Δημοσιεύθηκε

στις

Ο Γούντι Άλεν, εκτός από σκηνοθέτης και σεναριογράφος, έχει υπάρξει και επιτυχημένος θεατρικός συγγραφέας. Το Play it Again Sam, το δεύτερο θεατρικό του έργο, ανέβηκε στο Broadway με πρωταγωνιστή τον ίδιο στον ρόλο του Άλλαν και την Νταιάν Κίτον στον ρόλο της Λίντα. Αυτό το έργο σκηνοθετεί ο Γιώργος Ζαχαράκης, το οποίο από τις 7 Φεβρουαρίου έχει ανοίξει αυλαία στο θέατρο Faust (Αθηναΐδος 12, Αθήνα). Η υπόθεσή του έργου εκτυλίσσεται στη Νέα Υόρκη του 1969 και αφορά τον νευρωτικό και αδέξιο κριτικό κινηματογράφου, Άλλεν Φέλιξ, ο οποίος προσπαθώντας να ξεπεράσει το πρόσφατο διαζύγιό του, φαντάζεται τον Χάμφρει Μπόγκαρτ να ζωντανεύει μέσα από τα πόστερ της ταινίας Καζαμπλάνκα και να τον συμβουλεύει. Καταφεύγει στο φιλικό του ζευγάρι, τον Ντικ και τη Λίντα, οι οποίοι τον βοηθούν κανονίζοντας του ραντεβού με διάφορες γυναίκες, γεγονός που προκαλεί μια σειρά από ευτράπελα Η αφηγηματικότητα και το χιούμορ του Γούντι Άλεν έχουν κερδίσει τον Γιώργο Ζαχαράκη από νεαρή ηλικία και τα επιστρατεύει στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, για την οποία μιλάει στον Χτύπο.

 

Πώς και επιλέξατε να σκηνοθετήσετε το εν λόγω έργο;

Καταρχάς ήμουν θαυμαστής του Γούντι Άλεν από το 1995, που ήμουν 15 χρονών. Θυμάμαι ότι τότε βλέπαμε και πολλές ελληνικές ταινίες, συνεπώς όταν πρώτη φορά είδα κωμωδία σκηνοθετημένη από τον Άλλεν, την «Ακαταμάχητη Αφροδίτη», εντυπωσιάστηκα. Ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης συνδυάζει κατ’ εμέ παλιό και μοντέρνο κινηματογράφο. Ειδικά αυτό το έργο (“Play it again, Sam”) το διάβασα πριν 12-13 χρόνια, ενώ είχα μόλις δει το Καζαμπλάνκα. Μου έκανε πολλή εντύπωση το ότι ο Γούντι Άλεν είχε συνδυάσει στο έργο του την αγάπη του για τον παλιό κινηματογράφο -και ειδικότερα για το Καζαμπλάνκα και τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ- με το χιούμορ και το πιο σύγχρονο στοιχείο. Με τράβηξε επίσης πολύ σε αυτό το έργο ο έξυπνος λόγος και ο ρομαντισμός.

Αντιμετωπίσατε δυσκολίες στο να διεισδύσετε στον ψυχισμό των ηρώων; Αν ναι, πώς κινηθήκατε;

Με τον κεντρικό ήρωα (τον Άλαν Φέλιξ), τον οποίο παίζει ο Παναγιώτης Λέκκας, εγώ προσωπικά έχω πάρα πολλά κοινά, οπότε δεν αντιμετώπισα δυσκολία στο να αποδοθεί ο ρόλος. Ο Φέλιξ, λόγω του πρόσφατου διαζυγίου του με τη γυναίκα του και βασιζόμενος στις αγαπημένες του κλασικές ταινίες, κάνει με το μυαλό του διάφορα σενάρια σχετικά με το πώς θα μπορούσε να προχωρήσει η ερωτική του ζωή. Προσπαθεί στην ουσία να σκηνοθετήσει τη ζωή του, κάτι που το είχα κι εγώ αρκετά στα 30 μου. Ήμουν πολύ ανασφαλή, σαν κι εκείνον, και αγχώδης, αλλά ταυτιζόμουν στο ότι αντιμετωπίζει τη ζωή με χιούμορ. Αντιθέτως, με το γυναικείο alter ego του Φέλιξ, τη Λίντα, δυσκολεύτηκα αρκετά. Πρόκειται για μια γυναίκα πρώην μοντέλο, που έχει περάσει τα 30 της και νιώθει ανασφάλεια για την εξωτερική της εμφάνιση. Με βοήθησε πολύ η ηθοποιός που την υποδύεται, η Σοφία Κικιλίτζια, ώστε να καταφέρω να «μπω» στον ψυχισμό της Λίντα. Το ίδιο ένιωσα και με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο οποίος εμφανίζεται στην ταινία κανονικά, χωρίς να υποδύεται κάποιον χαρακτήρα, έτσι όπως παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια του Άλαν Φέλιξ και κατ’ επέκταση του Γούντι Άλεν. Δεν είναι ένας σύγχρονος ηθοποιός, δεν μπορούμε να τον γνωρίσουμε μέσω social media, συνεπώς υπήρχε ένα μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του. Η συνεργασία με τον Θάνο Δεσποτόπουλο που τον υποδύεται στο έργο μου ήταν καθοριστική, γιατί δοκίμασε πολλά υποκριτικά στιλ ώστε να δούμε τι θα ταίριαζε.Νομίζω ότι έχουμε πετύχει ένα πολύ ωραίο μείγμα από σταρ του Χόλιγουντ και αληθινό άνθρωπο για τον Μπόγκαρτ.

Όσον αφορά τον ψυχισμό των υπόλοιπων ηρώων;

Ο Ντικ –που τον υποδύεται ο Νικόλας Βασιλειάδης- μου θυμίζει πολύ τον πατέρα μου, άρα μου ήταν εύκολο (γέλια). Προσωπικά φανταζόμουν τον χαρακτήρα έναν στυγνό επιχειρηματία, αλλά ο Νικόλας τού έδωσε χιουμοριστική διάσταση. Για την πρώην του Ντικ, τη Νάνσι, την οποία υποδύεται η Νόννη Ζαννή, είχα πιο καθαρή εικόνα στο μυαλό μου γιατί μου θυμίζει φίλες και γυναίκες του περιβάλλοντός μου. Βέβαια τη φανταζόμουν πιο «ξινή». Εν τέλει είναι πολυεπίπεδος χαρακτήρας, καθώς έχει χιούμορ και πιστεύω ότι προκαλεί τη συμπάθεια του κοινού. Τέλος, παίζουν άλλες 7 γυναίκες, που συναντούν τον Άλαν στην πορεία της ζωής του και τις αναπαριστά όλες μία ηθοποιός, η Λίνα Καλπαζίνου. Βασίσαμε αυτή την τεχνική, την αναπαράσταση 7 γυναικών από έναν άνθρωπο, στο γεγονός ότι ο Άλαν ουσιαστικά ψάχνει παντού την ίδια γυναίκα. Η Λίνα έχει δώσει σε κάθε μία από αυτές έναν ρόλο πολύ ξεχωριστό.

Τι σας αρέσει περισσότερο στον τρόπο σκηνοθεσίας του Γούντι Άλεν; Ποια είναι η αγαπημένη σας ταινία του;

Μου αρέσει πολύ ο Νευρικός Εραστής αλλά αγαπημένη μου παραμένει η Ακαταμάχητη Αφροδίτη, η πρώτη του ταινία που είδα, γιατί είναι εμπνευσμένη και από το αρχαίο ελληνικό δράμα. Στον Γούντι Άλεν βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρον το αφηγηματικό του ύφος, τον έξυπνο λόγο και τις ατάκες. Το Matchpoint για παράδειγμα δεν το θεωρώ χαρακτηριστική ταινία του Γούντι Άλεν, γιατί δεν πλαισιώνεται από το κλασικό σκηνοθετικό στιλ του, που στις υπόλοιπες ταινίες του φαίνεται καθαρά.

Τι θα λέγατε τώρα, εάν γυρίζατε πίσω τον χρόνο, στον εαυτό σας που έκανε τα πρώτα του βήματα στον χώρο αυτόν;

Η αλήθεια είναι ότι ναι μεν έχω δουλέψει ως διευθυντής παραγωγής και ως βοηθός σκηνοθέτη αλλά αυτή είναι η πρώτη δική μου σκηνοθετική δουλειά. Αν γύριζα πίσω στο 2008, την πρώτη φορά δηλαδή που ασχολήθηκα με την τηλεόραση, θα έλεγα στον εαυτό μου να μη φοβάται και να δοκιμάζει πράγματα. Ήρθα σε επαφή με το Play it again, Sam το 2011-2012 και θα μπορούσα να το είχα υλοποιήσει σαν σκηνοθετική ιδέα τότε. Από την άλλη, το ότι δούλεψα σε παραγωγές άλλων σκηνοθετών μου έδωσε πολύτιμη εμπειρία, που συνέβαλε κι εκείνη στην τωρινή μου σκηνοθετική απόπειρα.

Κλείνοντας, τι μήνυμα προσδοκάτε να περάσει αυτή η παράσταση στο κοινό;

Το μήνυμα πως μπορούμε να αντικρίσουμε τη μοναξιά μέσα από μια χιουμοριστική ματιά και μέσω της τέχνης, π.χ. μέσω των αγαπημένων μας ταινιών, κάτι που χρησιμοποιεί και ο Γούντι Άλεν.

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ