Ειδήσεις
Πώς μπορούν να βγουν νωρίτερα στη σύνταξη οι παλαιοί ασφαλισμένοι
Διπλά ωφελημένοι είναι οι παλιοί ασφαλισμένοι, πριν το 1993, καθώς μπορούν να βγουν νωρίτερα στη σύνταξη κερδίζοντας παράλληλα και αυξημένη σύνταξη.
Με την προσθήκη πλασματικού χρόνου μπορούν να διαμορφώσουν και ευνοϊκότερες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης αποχωρώντας πριν την συμπλήρωση των γενικών ορίων που ισχύουν σήμερα 67 ή 62 με 40 έτη ασφάλισης ενώ παράλληλα θα λάβουν αυξημένη σύνταξη έως και 250 ευρώ το μήνα.
Για τους νέους ασφαλισμένους, μετά το 1993, η χρήση πλασματικών ετών μπορεί να γίνει για την συμπλήρωση των 40 ετών, εφόσον συμπληρώσουν το ηλικιακό όριο των 67 ετών ή των 62, κερδίζοντας ταυτόχρονα μεγαλύτερη σύνταξη.
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης διέψευσε το ενδεχόμενο αλλαγής των ετών εξαγοράς από επτά που είναι σήμερα σε πέντε για τον ιδιωτικό τομέα και 12 για το δημόσιο, αλλά και του ποσοστού αναπλήρωσης της σύνταξης με τη χρήση πλασματικών ετών. Έτσι η δυνατότητα εξαγοράς πλασματικών ετών όπως αυτά αναλύονται στους νόμους 3996/2011 και 3865/2010 για τη θεμελίωση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και την προσαύξηση της σύνταξης παραμένει αναλλοίωτη.
Οι πλέον κερδισμένοι του ισχύοντος συστήματος (εκτός φυσικά από τις συντάξιμες αποδοχές) είναι όσοι αποχωρούν με 40ετία ασφάλισης με την καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών. Όσα περισσότερα χρόνια εξασφαλίζει κανείς μέσα στην δεκαετία 30,1 – 40 έτη ασφάλισης, τόσο μεγαλύτερη σύνταξη θα λάβει.
Πιο σημαντικό είναι το όφελος στην 5ετία 35 – 40 έτη ασφάλισης. Για 3.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές, η αύξηση για την 40ετία φτάνει στα 252 ευρώ σε σύγκριση με τα σημερινά ποσοστά. Αντίστοιχα για 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές, η αύξηση φτάνει στα 72 ευρώ, σε συνάρτηση με τα ποσοστά αναπλήρωσης που ισχύουν σήμερα. Στην 35ετία η αύξηση για 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές φτάνει στα 35 ευρώ, ενώ για 3.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές ανεβαίνει στα 123 ευρώ.
Σύμφωνα με το δικηγόρο Διονύση Ρίζο, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διευκρινιστεί ότι οι σχετικές αιτήσεις εξαγορών ή αναγνώρισης πλασματικών χρόνων με σκοπό τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος μπορούν να υποβληθούν σε οποιοδήποτε σημείο χρονικά είτε άμεσα είτε με την αίτηση συνταξιοδότησης ανεξάρτητα από το έτος με τις διατάξεις του οποίου επιθυμεί ο ασφαλισμένος να θεμελιώσει δικαίωμα. Η αίτηση εξαγοράς ΔΕΝ μπορεί να υποβληθεί μεταγενέστερα της αίτησης συνταξιοδότησης. Η εξόφληση μπορεί να γίνει είτε εφάπαξ είτε με δόσεις είτε και με παρακράτηση από τη σύνταξη εφόσον η αίτηση υποβληθεί μαζί με την αίτηση συνταξιοδότησης. Το κόστος εξαγοράς πλέον είναι 20% επί των αποδοχών του ασφαλισμένου το μήνα πριν την υποβολή της σχετικής αίτησης. Το κατώτατο κόστος εξαγοράς είναι 155 ευρώ/ μήνας.
Υπενθυμίζεται πως οι συντάξιμες αποδοχές είναι η βάση υπολογισμού της σύνταξης, δηλαδή ο μισθός ή το εισόδημα επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές στο διάστημα του εργασιακού βίου. Οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται με βάση τον μέσο όρο των μικτών μηνιαίων αποδοχών των ασφαλισμένων από το 2002 ως το μήνα πριν από τη συνταξιοδότηση επί των οποίων έγιναν ασφαλιστικές κρατήσεις κλάδου κύριας σύνταξης. Οι μήνες υπολογίζονται επί 14 μισθούς. Ο μέσος όρος βγαίνει από το άθροισμα των μισθών διά τους μήνες ασφάλισης από 2002 και μετά. Οι ακριβείς συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται από τον ΕΦΚΑ όταν κατατεθεί η αίτηση συνταξιοδότησης.
Οι κατηγορίες των πλασματικών ετών
Για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος με προγενέστερες διατάξεις και για τη συμπλήρωση των 40 ετών ασφάλισης για την πλήρη σύνταξη στα 62 οι ασφαλισμένοι μπορούν να εξαγοράσουν ως 7 έτη. Οι κατηγορίες εκ των οποίων επιτρέπεται η εξαγορά/αναγνώριση είναι οι ακόλουθες:
1. Ο προβλεπόμενος από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. χρόνος απουσίας από την εργασία λόγω κύησης και λοχείας
Ο χρόνος κύησης και λοχείας είναι επιδοτούμενος και δεν αφορά χρόνο άδειας μετ’ αποδοχών. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι περίπου 75 ημέρες ασφάλισης για 1 παιδί ή περίπου 120 για 2 και έχει καταβληθεί επιδότηση από τον ΟΑΕΔ. Είναι δωρεάν και συνυπολογίζεται με προσκόμιση βεβαίωσης με την αίτηση συνταξιοδότησης. Προσοχή χρειάζεται για τις μητέρες καθώς αν ΔΕΝ έχουν επιδοτηθεί από τον ΟΑΕΔ τότε ΔΕΝ αναγνωρίζεται ο εν λόγω χρόνος.
2. Ο χρόνος επιδότησης τακτικής ανεργίας και μέχρι 300 ημέρες
Πρόκειται για το χρόνο κατά τον οποίο ο ασφαλισμένος είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα του ΟΑΕΔ και επιδοτείται με τακτική ανεργία από τον Οργανισμό. Ο χρόνος που μπορεί να αναγνωριστεί έχει αυξηθεί στις 300 ημέρες. Είναι και αυτός δωρεάν και χρησιμοποιείται με προσκόμιση βεβαίωσης από τον ΟΑΕΔ τη στιγμή της αίτησης για σύνταξη.
3. Ο χρόνος επιδότησης λόγω ασθένειας και μέχρι 300 ημέρες
Πρόκειται για το χρόνο που ο ασφαλισμένος τελεί σε καθεστώς επιδότησης λόγω ασθένειας από τον ασφαλιστικό φορέα. Τέτοια είναι η περίοδος μετά από ατύχημα που έχει χαρακτηριστεί ως εργατικό ή κατά τη διάρκεια άδειας ασθενείας.
4. Ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας
Ο χρόνος στρατιωτικής θητείας αναγνωρίζεται με την καταβολή εισφορών. Για την εξαγορά απαιτείται η καταβολή του 20% επί των ακαθάριστων αποδοχών του μισθωτού τη στιγμή της αίτησης. Ένα ίδιον του χρόνου της στρατιωτικής θητείας που αφορά κατά κύριο λόγο τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ είναι το γεγονός ότι για κάθε μήνα εξαγοράζονται 30 ημερομίσθια και όχι 25.
5. Ο χρόνος σπουδών
Με εξαγορά και αντίστοιχη καταβολή εισφορών που υπολογίζεται στο 20% επί των αποδοχών του μήνα υποβολής σχετικής αίτησης γίνεται η αναγνώριση και του χρόνου των σπουδών.
Στην εξαγορά μπορούν να προβούν όσοι φοίτησαν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές στην Ελλάδα ή το εξωτερικό και δύνανται να αναγνωρίσουν ένα μόνο πτυχίο. Ο χρόνος που αναγνωρίζεται είναι ίσος με τα βασικά έτη σπουδών ως αυτά αναφέρονται στη σχετική βεβαίωση του πτυχίου και τα οποία προβλέπονται κατά το έτος αποφοίτησης. Αν κατά το χρόνο φοίτησης έχει χωρήσει ασφάλιση σε φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο δεν είναι δυνατή η αναγνώριση του εν λόγω χρονικού διαστήματος.
6. Ο χρόνος κενών ασφάλισης
Για τους ασφαλισμένους που δεν έχουν τη δυνατότητα εξαγορών πλασματικών χρόνων όπως οι σπουδές και η στρατιωτική θητεία μια κατηγορία αξιοποίησης χρόνου είναι εκείνη των κενών διαστημάτων ασφάλισης. Κενά χρονικά διαστήματα ασφάλισης υπάρχουν μεταξύ δύο χρονικών σημείων ασφάλισης όπου έχει μεσολαβήσει χρόνος ως άνεργος για τον ασφαλισμένο χωρίς επιδότηση. Για κάθε μήνα αναγνωρίζονται 25 ημέρες και για κάθε έτος 300. Δεν μπορεί να αναγνωριστεί χρόνος για τον οποίον εντός του μήνα έχει χωρήσει έστω και μία ημέρα ασφάλισης. Έτσι δεν είναι δυνατή η εξαγορά σε περιπτώσεις μερικής ασφάλισης όταν για όλους τους μήνες υπάρχει έστω και μία ημέρα ασφάλισης ακόμη κι αν μεσολαβούν μεταξύ των ημερών ασφάλισης κενά μεγαλύτερα των 25 ημερών. Η αναγνώριση γίνεται με εξαγορά και αντίστοιχη καταβολή εισφορών που υπολογίζεται στο 20% επί των αποδοχών του μήνα υποβολής σχετικής αίτησης γίνεται η αναγνώριση και του χρόνου των σπουδών.
Να σημειώσουμε εδώ ότι δεν είναι δυνατό να κάνουν χρήση των κενών ασφάλισης ασφαλισμένοι του Δημοσίου, οι οποίοι πριν τον διορισμό τους είχαν ασφάλιση σε φορέα κύριας ασφάλισης.
7. Ο πλασματικός χρόνος των παιδιών
Ο πλασματικός χρόνος που προέρχεται από τα τέκνα μπορεί να γίνει και από τους δυο γονείς χωρίς η εξαγορά από τον ένα γονέα να επηρεάζει το δικαίωμα του άλλου. Η εξαγορά μπορεί να γίνει για τα τέκνα ανεξαρτήτως της ημερομηνίας γέννησης (ή και υιοθεσίας) του τέκνου και δεν απαιτείται τα τέκνα να είναι ανήλικα.
Ο χρόνος που εξαγοράζεται αντιστοιχεί σε 300 ημέρες ασφάλισης (1 έτος) για το πρώτο παιδί και σε 600 (2 έτη) για κάθε επόμενο και μέχρι το 3ο. Έτσι ο ανώτατος χρόνος που μπορεί κάποιος να εξαγοράσει από τα παιδιά φτάνε τα 5 έτη (1.500 ημέρες) εάν είναι τρίτεκνος και άνω. Ο χρόνος των τέκνων αναγνωρίζεται με εξαγορά και αντίστοιχη καταβολή εισφορών που υπολογίζεται στο 20% επί των αποδοχών του μήνα υποβολής σχετικής αίτησης.
8. Ο χρόνος απεργίας
Ως πλασματικός χρόνος ασφάλισης λογίζεται, και ο χρόνος απεργίας ο οποίος κατατάσσεται στους πλασματικούς. Η αναγνώρισή του γίνεται με εξαγορά και αντίστοιχη καταβολή εισφορών που υπολογίζεται στο 20% επί των αποδοχών του μήνα υποβολής σχετικής αίτησης.
9. Ο χρόνος προεγγραφής στον ΟΑΕΕ
Οι ασφαλισμένοι μπορούν μετά από σχετική αίτησή τους να αναγνωρίσουν ως χρόνο ασφάλισης το χρονικό διάστημα αποδεδειγμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, που θα έπρεπε να είχε υπαχθεί στα πρώην Ταμεία ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, ΤΣΑ και για το οποίο δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές. Η αναγνώριση γίνεται με εξαγορά και αντίστοιχη καταβολή εισφορών που υπολογίζεται στο 20% επί των αποδοχών του μήνα υποβολής σχετικής αίτησης.
Πότε μπορεί να γίνει χρήση πλασματικών ετών
Επισημαίνεται ότι οι πλασματικοί χρόνοι αξιοποιούνται για να συμπληρωθούν οι εξής συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις:
*Η 40ετία σε όλα τα Ταμεία, οποτεδήποτε, από παλαιούς (ως το 1992) και νέους (από 1ης/1/1993) ασφαλισμένους.
*Η 35ετία σε ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ ως το 2012.
*Η 25ετία στο Δημόσιο μέχρι το 2010.
*Η 25ετία στο Δημόσιο για το 2011 και το 2012, καθώς και τα 36 ή 37 έτη μετά το 2012.
*Τα 21 και 23 έτη στο Δημόσιο για τους τρίτεκνους γονείς στα έτη 2011 και 2012.
*Η 25ετία ως το 2012 σε Ταμεία ΔΕΚΟ ή τραπεζών για μητέρες.
*Οι 5.500 ημέρες ασφάλισης ως το 2012 για μητέρες με ανήλικο τέκνο.
* Οι ελεύθεροι επαγγελματίες (άνδρες – γυναίκες ασφαλισμένοι στον ΟΑΕΕ) και οι άνδρες ασφαλισμένοι ως αυτοαπασχολούμενοι στο ΕΤΑΑ έχουν τη δυνατότητα μέσω εξαγορών, να κλειδώσουν την 35ετία ως το 2012 και να συνταξιοδοτηθούν στα 62 ετών χωρίς να έχουν κατ’ ανάγκη 40 χρόνια ασφάλισης. Αν δεν έχουν 35ετια ως το 2012 ή αν δεν συμπληρώνουν 40ετία, βγαίνουν στα 67.
Για την 35ετία αναγνωρίζονται 4 και 5 έτη αντίστοιχα για να συμπληρωθεί στα έτη 2011 και 2012 και ως 7 από το 2013 και μετά για να συμπληρωθεί όμως η 40ετία. Επίσης αναγνωρίζουν ως 5 έτη από τον χρόνο άσκησης δραστηριότητας πριν γραφτούν στα ταμεία τους για να συμπληρωθεί η 35ετία ως το 2010, ενώ μετά το 2011 ο χρόνος αυτός συνυπολογίζεται στα άλλα πλασματικά έτη.
Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ και άλλων Ταμείων του ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να ζητούν πλασματικά έτη και για προσαύξηση της σύνταξης, αλλά και για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δηλαδή να συμπληρώσουν τον συντάξιμο χρόνο που τους λείπει για να αποχωρήσουν. Στο Δημόσιο οι ασφαλισμένοι, εφόσον έχουν θεμελιώσει δικαίωμα με τον πραγματικό συντάξιμο χρόνο που έχουν στην υπηρεσία τους, έχουν δικαίωμα να αναγνωρίσουν πλασματικό χρόνο μόνον για προσαύξηση σύνταξης.
Υποβολή αίτησης
Οι ασφαλισμένοι μπορούν να κάνουν μια ή και περισσότερες αιτήσεις για εξαγορά πλασματικού χρόνου αρκεί να μην έχουν υπερβεί το όριο που προβλέπει ο νόμος για κάθε έτος. Για παράδειγμα, το 2011 δεν πρέπει να υπερβούν τα 4 πλασματικά έτη (σ.σ. συν τον χρόνο τέκνων για το Δημόσιο) με μια ή δύο αιτήσεις. Η αίτηση είναι προτιμητέο να υποβάλλεται νωρίς για τα “εξασφαλισμένα” πλασματικά έτη π.χ. του στρατού, ή των παιδιών ώστε να μην επιβαρυνθούν με επιπλέον κόστος αν το κάνουν αργότερα που θα έχουν υψηλότερους μισθούς και επομένως το 20% της εξαγοράς θα υπολογιστεί σε μεγαλύτερο μισθό. Αν δεν πληρωθούν τα πλασματικά της αίτησης, δεν προσμετρώνται καθόλου. Αν πληρωθούν οι μισοί μήνες θα προσμετρηθεί ο ανάλογος χρόνος αυτών των μηνών.
Το κόστος εξαγοράς για τους μισθωτούς είναι 20% επί του μισθού κατά το μήνα υποβολής της αίτησης ή του τελευταίου 12μήνου εφόσον δεν υπάρχει σταθερή απασχόληση. Σε περιπτώσεις ανεργίας ή μερικής απασχόλησης υπολογίζεται με εισφορά 20% επί του εκάστοτε κατώτατου μισθού. Αν πληρωθούν εφάπαξ τα πλασματικά έτη ο ασφαλισμένος κερδίζει έκπτωση 2% για κάθε έτος αναγνώρισης (π.χ. για 7 έτη έκπτωση 14%).
Με βάση εγκύκλιο του ΕΦΚΑ µπορεί κάποιος να καταβάλει εφάπαξ ή σε δόσεις τα οφειλόµενα ποσά. Επίσης δίνεται η δυνατότητα να γίνει παρακράτηση από το ποσό της σύνταξης. Αναλυτικότερα, η καταβολή του ποσού γίνεται:
- Εφάπαξ µέσα σε τρεις µήνες από την κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης µε έκπτωση 2% για κάθε έτος εξαγοράς. Εξαγορά χρόνου που υπολείπεται του ενός έτους δεν τυγχάνει έκπτωσης.
- Σε ισόποσες µηνιαίες δόσεις, ανάλογα µε τον αριθµό των µηνών που αναγνωρίζονται (τόσες δόσεις όσοι οι µήνες που αναγνωρίζονται).
- Σε περίπτωση θεµελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώµατος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης, το ποσό εξαγοράς παρακρατείται κάθε µήνα από τη σύνταξη –και µέχρι την εξόφληση– ποσό ίσο µε το 25% του ποσού της σύνταξης.