Ελάτε στην παρέα μας

Κεντρικό Θέμα

Η «άγνωστη» ιστορία της Πατησίων, όταν ήταν η αγροτική οδός Παραδεισίων

Δημοσιεύθηκε

στις

Η αγροτική οδός Παραδεισίων του 19ου αιώνα που «μετατράπηκε» σε οδός Πατησίων – Η «άγνωστη» ιστορία του κεντρικού δρόμου της Αθήνας

«…Εκείνο τον καιρό, ο περίπατος στην οδό Πατησίων, την άνοιξη προ πάντων και το φθινόπωρο, ήταν συνήθεια καθιερωμένη. Κυριακές και γιορτές, από τ΄ απόγευμα ως το βράδυ, έβλεπες εκεί όλη την κοσμική Αθήνα. Οι πεζοί περπατούσαν σιγά σιγά και στα δυο πεζοδρόμια, από τα Χαυτεία ως του Λεβίδη, και στον δρόμο, πάντα σκονισμένοι ή λασπωμένοι, έτρεχαν ως τον Άγιο Λουκά οι καβαλάρηδες, αξιωματικοί και πολίτες, γιατί οι άνθρωποι του κόσμου αγαπούσαν πολύ την ιππασία κι ανάμεσα σ΄ αυτούς έβλεπες και κυρίες και αμαζόνες με ψηλά καπέλα, πάνω σε ωραία άλογα…»

Οδός Πατησίων, δεύτερο μισό του 19ου αι., όπως την περιγράφει στην «Παληά Αθήνα» ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Νωρίτερα, ο Henri Belle, στα κατάστιχά του, έχει σημειώσει: «Στη φαρδιά λεωφόρο με τα καχεκτικά δέντρα που οδηγεί από την πόλη στο μικρό προάστιο των Πατησίων, κυκλοφορούν σηκώνοντας σύννεφα σκόνης νοικιασμένα αμάξια, γεμάτα περιπατητές. Κάθε τόσο περνάει στα γρήγορα ένα ανοιχτό λαντό με δύο όμορφα άλογα και αμαξά με λιβρέα. Στα καθίσματα απλώνονται υπέροχες τουαλέτες, μόλις φερμένες από το Παρίσι». Ο Belle είναι ένας Γάλλος διπλωμάτης -«άνθρωπος εξαιρετικής ευφυίας, φιλέλληνας», τον περιγράφει η ιστορία- θα βρεθεί στη σχεδόν άρτι απελευθερωθείσα Αθήνα, όπου -σε διαφορετικούς χρόνους- θα υπηρετήσει για συνολικά πέντε χρόνια.

Αυτή την εποχή, η Πατησίων, που «πατάει» σε παλιό αγροτικό δρόμο, διαμορφώνεται. Ήδη από το 1841 έχει σχεδιαστεί ως συνέχεια της Αιόλου και όταν θα ολοκληρωθεί, θα φτάνει ίσαμε το χωριό Πατήσια. Παρά τον εξοχικό του χαρακτήρα, ο δρόμος συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα δενδροφυτεύσεων, που προωθεί η βασίλισσα Αμαλία. Το πρώτο βασικό ενδιαφέρον είναι η αναζήτηση της ρίζας του ονόματός του, που «τρέχει» πολύ πίσω στον χρόνο, στην εποχή της κλασικής Αρχαιότητας!

Το όνομα Πατήσια

«Τα Πατίσια έχουν πολλάς αμαρτίας…» θα γράψει χαρακτηριστικά στα «Τοπωνυμικά Παράδοξά» του ο ακαδημαϊκός, νομικός και ιστοριοδίφης Δ. Γρ. Καμπούρογλου και θα παραθέσει διάφορες εκδοχές προέλευσης του ονόματος, τις οποίες μάλιστα αποκαλεί «μάχη»… Κατά τον χρονικογράφο της εποχής, λοιπόν, ο συμβολαιογράφος Διονύσιος Σουρμελής, στη Συνοπτική Κατάσταση Αθηνών, αναφέρει ότι το 1459, όταν ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής ήρθε στην Αθήνα, εγκαταστάθηκε «εις τα Παραδείσια» τα οποία εκ του τίτλου του, «Padişah» (σουλτάνος), εύκολα μετονομάσθηκαν σε Πατίσια. «Ότι δε τα Πατίσια ήσαν αληθώς Παράδεισος, εμαρτύρει λαμπρώς η προ της Επαναστάσεως κατάστασίς των» σημειώνει ο Καμπούρογλου, ο οποίος όμως αναζητεί την αιτία και στο… αισθητικό κομμάτι της περιοχής. Εκτιμά ότι τα Πατίσια είναι ο δήμος Βουτείων ή Βουτάδων (σσ. ιερατικό γένος της αρχαίας Αθήνας), ο οποίος επί Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού μετονομάστηκε χάριν του πλούσιου υδάτινου ρεύματος, που τον διέτρεχε και που μετέτρεπε το τοπίο σε αληθινό παράδεισο («ύδωρ περσός, ήτοι περισσός», γράφει ο Καμπούρογλου – αν αναρωτιόμαστε για το όνομα και του άλλου προαστίου της Αθήνας…).

Η δεύτερη εκδοχή της προέλευσης του ονόματος πιστώνεται στον Στέφανο Δραγούμη. Σε τοπογραφική αναφορά του για τη θέση του αρχαίου δήμου Βατή (στην «Αρχαιολογικήν Εφημερίδα» του 1837, η Βατή τοποθετείται στη συνοικία Βάθεια, κατοπινή Βάθη), ο μελετητής «μετακινεί» στα Πατήσια (με «η» αυτή τη φορά) τη θέση του αρχαίου δήμου, θεωρώντας ότι η λέξη Πατήσια είναι παραφθορά της Βατής. Την ίδια εκδοχή αναφέρει στο έργο του «Ιστορία της πόλεως των Αθηνών» και ο Γερμανός συγγραφέας και ιστορικός Φερντινάντ Γκριγκορόβιους (Ferdinand Gregorovius), αξιολογώντας ωστόσο ως επικρατέστερη την προέλευση του ονόματος από τον παντισάχ Μωάμεθ Β΄. Ο Γάλλος αρχαιολόγος, Γκυστάβ Φουζέρ (Gustave Fougères) πάλι, αρχικά θεωρεί ότι το όνομα της περιοχής προήλθε από το ρήμα «πατώ» και το ουσιαστικό «πατήματα», ενδεχομένως κάποιων προσώπων, που έμειναν στην ιστορία. Αλλά καταλήγει πως μάλλον ισχύει η εκδοχή του Οθωμανού σουλτάνου.

Το 1887, ο σπουδαίος ιστορικός Θ. Ν. Φιλαδελφεύς δημοσιεύει διατριβή στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό, με την οποία προσπαθεί, όπως λέει, να αποδείξει ότι ο αρχαίος αθηναϊκός δήμος Βατή «έκειτο όπου νυν η θέσις Βάθια μεταξύ Κολωνού και Πατησίων, ότι δε αυτά τα Πατήσια μετωνομάσθησαν ούτω μετά την υπό των Τούρκων κατάληψιν των Αθηνών, ενώ το πάλαι ονομάζετο η θέσις εκείνη Π α ρ α δ ε ί σ ι α». Δεκατρία χρόνια μετά, ο Φιλαδελφεύς επανέρχεται στο θέμα και σημειώνει: «… έκρινα καλόν να ανατυπώσω μετά προσθηκών και διορθώσεων την εν τω Παρνασσώ διατριβήν μου, επ΄ ελπίδι ότι θα υπερισχύση από τούδε και εφεξής η αληθής ονομασία της θέσεως Βατή, αντί του παρεφθαρμένου Βάθια, και ότι θ’ αναλάβωσι την αρχαίαν εύφωνον και ποιητικωτάτην συνάμα δε και προσφυεστάτην ονομασίαν αυτών τα Παραδείσια, τα νυν βαρβαροφώνως καλούμενα Πατήσια»…

Στις εικασίες περί της ονομασίας των Πατησίων, ο Φιλαδελφεύς υποσημειώνει μελέτη του Γερμανού αρχαιολόγου Α. Μίλχεφερ (A. Milchhoefer), σύμφωνα με την οποία «Πατήσια σημαίνει ελληνιστί τόπον διαβάσεως […] Το αυτό περίπου σημαίνει το όνομα του παραποταμίου του Κηφισσού, Ποδονύφτη» (!). Αλλά ο Έλληνας ιστορικός απορρίπτει την εικασία του Γερμανού συναδέλφου του τονίζοντας ότι ο συγκεκριμένος τόπος δεν παρουσιάζει κάτι το ιδιάζον, που να τον χαρακτηρίζει ως τόπο διαβάσεως, ο δε Ποδονύφτης, καθώς λέει, ουδεμία σχέση έχει με διάβαση και πέρασμα, αλλά πήρε το όνομά του σκωπτικά, επειδή το νερό του ήταν πάντα ελάχιστο ώστε μόλις που ένιβε τα πόδια όσων τον περνούσαν…

Μη έχοντας διασταυρωμένα στοιχεία για την προέλευση της λέξης «Πατήσια», ο Φιλαδελφεύς καταλήγει στην εκδοχή των Παραδεισίων, παραθέτοντας μία λογική νοηματική διαδοχή. Σε αντίθεση με τι πάμπολλες ταφικές επιγραφές, που έχουν βρεθεί ανά τη χώρα και στις οποίες αναγράφονται ονόματα δήμων, εδώ, στα Πατήσια, έχουν βρεθεί λίγες και αναφέρουν μόνον ονόματα και επαγγέλματα των θανόντων. Ήταν γεωργοί και κηπουροί. Ο ερευνητής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι προφανώς στην περιοχή θα υπήρχαν καλλιέργειες και άλση, που χρειάζονταν φροντίδα, την οποία αναλάμβαναν φτωχοί εργάτες της γης, που κατοικούσαν και άφηναν εδώ και την τελευταία τους πνοή. Ως εκ τούτου, ο τόπος θα πρέπει πράγματι να ήταν παράδεισος…

Στο μεταξύ, στις ποικίλες αναφορές του ο Καμπούρογλου δεν παραλείπει κι ένα ανέκδοτο «μη φέρον στοιχεία σοβαρότητος», όπως σπεύδει να σημειώσει, το οποίο όμως μνημονεύουν και αρκετοί κατοπινοί χρονικογράφοι. Λέγεται, λοιπόν, ότι το όνομα της περιοχής επί τουρκοκρατίας ήταν Αγά-Πατίσια εξαιτίας ενός μέθυσου αγά ο οποίος μονίμως τρέκλιζε εισπράττοντας τα πειράγματα των παιδιών, που του φώναζαν «Αγά, πάτα ίσια»… Σαν λαϊκή θυμοσοφία ταξίδεψε στον χρόνο και η εκδοχή, που θέλει τα Πατήσια να προέρχονται από την αραβική λέξη «πατίχα», που σημαίνει καρπούζι, υπονοώντας προφανώς ότι η περιοχή διέθετε πολλά μποστάνια, κάπως σαν την Κολοκυνθού, που έβριθε κολοκυθο-καλλιεργειών…

Με σειρά επιχειρημάτων, πάντως, ο Καμπούρογλου αμφισβητεί όλες τις εκδοχές. Καταλήγει πως κατά πάσαν πιθανότητα, η λέξη «Πατήσια» προήλθε από κάποιον ιδιοκτήτη γης, «ονομαζόμενον ίσως Πατί-ch-Αγά». Επικαλείται μάλιστα τέσσερις ελληνικούς συμβολαιογραφικούς τίτλους και έναν τουρκικό, σχετικούς με την άρδευση των εκεί καλλιεργειών, όπου γίνεται λόγος για κτήμα «κείμενον εις τον τόπο περιβόλια Πατί-ch-α».

Οδός Πατησίων 19ος αιώνας – Ένα ονειρεμένο πανόραμα της Αθήνας

Αλλά ας γυρίσουμε στο… σήμερα της εποχής, που περιγράφει ο Ξενόπουλος.

Το 1854, στο βιβλίο του «Η Ελλάδα του Όθωνα», όπου καταθέτει τις εντυπώσεις του από το ταξίδι του στην Ελλάδα, ο Γάλλος ακαδημαϊκός Εντμόντ Αμπού (Edmond About) κάνει για την οδό την πιο …οξύμωρη περιγραφή. «Ο δρόμος των Πατησίων είναι το ιπποδρόμιο των Αθηνών. Αν έλεγα πως είναι τόπος αναψυχής, θα έλεγα ψέματα…» γράφει και εξηγεί: «Ο δρόμος δεν έχει καμμία συντήρηση και δεν θα μπορούσε να αντέξει τη σύγκριση με τους δικούς μας επαρχιακούς δρόμους. Τα δένδρα που προσπάθησαν να φυτέψουν κατά μήκος του είναι ξερά ή άρρωστα· τα τέσσερα πέντε καφενεία που βρίσκονται δεξιά κι αριστερά, δεν είναι Παρθενώνες· τα κριθαροχώραφα ή τα χέρσα χωράφια μέσα από τα οποία περνά δεν είναι και παράδεισος επί της γης. Ωστόσο, οι περιπατητές που μαζεύονται σε αυτόν τον δρόμο μπορούν να δουν, όταν η σκόνη το επιτρέπει, ένα πανόραμα από τα πιο όμορφα του κόσμου. Έχουν μπροστά τους το βουνό της Πάρνηθας που την κόβει ένα μεγάλο χαίνον βάραθρο· πίσω τους έχουν την Αθήνα και την Ακρόπολη, δεξιά τον Λυκαβηττό και αριστερά τη θάλασσα, τα νησιά και τα όρη του Μοριά. Η θέα στο δάσος της Βουλώνης δεν είναι τόσο όμορφη…». Μία ακόμη εικόνα δίνει ο ίδιος για τον δρόμο, αυτή τη φορά για τους χειμωνιάτικους μήνες, όταν ο δυνατός βοριάς που κατεβαίνει από την Πάρνηθα καθιστά δύσκολη… αποστολή το περπάτημα προς τα Πατήσια. «Πρόκειται για ένα πραγματικό ρεύμα που μερικές φορές διασκέδασα ανεβαίνοντάς το, έχοντας πρώτα κουκουλωθεί με δύο πανωφόρια. Όταν φτάσεις στα Πατήσια, το μόνο που έχεις να κάνεις, είναι να στραφείς προς την Αθήνα. Ο αέρας είναι εκείνος που θα σε γυρίσει πίσω!» περιγράφει χαρακτηριστικά.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ