Αφιερώματα
Μεγάλο αφιέρωμα στη Μικρά Ασία από το Λ. Χριστοδούλου: ΑΡΙΣΤ. ΣΤΕΡΓΙΑΔΗΣ – ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ – ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Η συνέχεια του μεγάλου αφιερώματος στη Μικρά Ασία που μπορείτε να βρείτε κάθε εβδομάδα με τον Χ-τύπο από τον Πρόεδρο του ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. Νέας Ιωνίας και της Ένωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας, Λουκά Χριστοδούλου
Και ενώ η Ελληνική παρουσία στη Μ. Ασία φαίνεται να παγιώνεται προς τα τέλη του 1919, «γκρίζα σύννεφα» φαίνονται στον ορίζοντα όσον αφορά το ποιος θα έχει τη Διοίκηση ή ποιος θα έπρεπε να ασκεί την πολιτική και στρατιωτική εξουσία στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης. Η στάση του Ύπατου Αρμοστή Αριστ. Στεργιάδη γίνεται αντικείμενο αρνητικών εισηγήσεων στον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Εμμ. Ρέπουλη (ο οποίος ασκεί χρέη πρωθυπουργού αφού ο Ελ. Βενιζέλος βρίσκεται ένα χρόνο στο Παρίσι υπερασπίζοντας τα εθνικά συμφέροντα) τόσο από τους στρατιωτικούς, όσο και από τους παράγοντες της Δημογεροντίας της Σμύρνης. Ο τελευταίος ενημερώνει τον Πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο, ο οποίος προσπαθεί να βρει μια εφικτή λύση.
Έτσι τον Ιανουάριο του 1920, το εύδρομο «Έλλη» παραλαμβάνει τον Ελ. Βενιζέλο από το λιμάνι της Μασσαλίας με προορισμό την Ελλάδα αλλά συγχρόνως ο πρωθυπουργός αποστέλλει δύο τηλεγραφήματα στον αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Εμμ. Ρέπουλη και τον αρχιστράτηγο Λεων. Παρασκευόπουλο για άμεση συνάντηση. Αυτή πραγματοποιείται όταν η «’Ελλη» φτάνει στον Ισθμό της Κορίνθου στην οποία και επιβιβάζονται οι Ρέπουλης και Παρασκευόπουλος για μια συζήτηση κορυφής. Από την συνάντηση αυτή, ένα είναι το ουσιώδες. Ότι ο Ελ. Βενιζέλος επ’ ουδενί λόγο δεχόταν να αντικατασταθεί ο Αριστ. Στεργιάδης.
Για τον λόγο αυτό αποβιβάζεται από το εύδρομο «Έλλη» και με τον Λεων. Παρασκευόπουλο επιβιβάζονται στο αντιτορπιλικό «Λέων», κατευθυνόμενοι προς την Χίο. Από τη Σμύρνη ξεκινούν επιβιβαζόμενοι στο πολεμικό «Αμφιτρίτη» ο Αριστ. Στεργιάδης και ο αντιστράτηγος Μηλιώτης που τον συνοδεύουν οι ανώτατοι αξιωματικοί του Σώματος Στρατού Σμύρνης, υποστράτηγος Νίδερ, υποστράτηγος Ιωάννου και ο επιτελάρχης της Στρατιάς συνταγματάρχης Σαρηγιάννης.
Στη σύσκεψη που έγινε πάνω στην «Αμφιτρίτη» κοντά στη Σμύρνη, έγινε αναλυτική παρουσίαση της στρατιωτικής κατάστασης και ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος άκουσε και τις διιστάμενες απόψεις Στρατιωτικών και Στεργιάδη, σχετικά με τα της διοίκησης. Γράφει ο Χρ. Εμ. Αγγελομάτης, για την εν λόγω συνάντηση:
Αν και έτρεφεν εμπιστοσύνην απόλυτον εις την ακεραιότητα του πολιτικού εν Σμύρνη συμβούλου του και με πείσμα επέμενεν εις την μη αντικατάστασίν του, εν τούτοις δεν μπορούσε να αδικήση και τους ανωτάτους αξιωματικούς οι οποίοι του εξήγησαν αναλυτικώς πως και διατί ευρίσκοντο ηναγκασμένοι να έλθουν εις σύγκρουσιν με τον ύπατον αρμοστήν. Ο Βενιζέλος έδωσε τότε την λύσιν εις το ακανθώδες πρόβλημα. Διέγραψε και εχώρισε τας αρμοδιότητας της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας και καθώρισεν ότι από εκείνην την στιγμήν ο Στεργιάδης έπαυε να έχη το δικαίωμα επεμβάσεως εις ζητήματα, που ανεφέροντο εις την σφαίραν της στρατιωτικής καθαρώς δικαιοδοσίας. Εάν δε μελλοντικώς θα εγεννάτο ζήτημα εκδηλώσεως κοινής δράσεως των δύο σκελών της ελληνικής κατοχής, τότε θ’ ανεφέροντο προς αυτόν και θα έλυε εκείνος διαιτητικώς το θέμα. Ούτω συνήφθη ένα είδος εκεχειρίας και απεκαταστάθη σχετική ομαλότης εις την διοίκησιν της Σμύρνης και της κατεχομένης ενδοχώρας της.
Αλλά και οι σχέσεις του ύπατου αρμοστή Αριστ. Στεργιάδη με την Εκκλησία δεν ήταν και οι καλύτερες. Πολλές πληροφορίες λένε για την απαράδεκτη στάση που είχε «σε σχετικό κήρυγμα του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου σε επίσημη δοξολογία για τον εορτασμό της συμμαχικής νίκης, επειδή θεώρησε πως το περιεχόμενο δεν ήταν θρησκευτικό, αλλά εθνικοπατριωτική πολιτικολογία», όπως και όταν έμαθε τη σύναψη δανείου με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Κυδωνιών Γρηγορίου, των Κυδωνιέων κατοίκων με την Εθνική Τράπεζα, «για να σώσουν τους ελαιώνες τους».
Στην μεν πρώτη περίπτωση ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος κατέβηκε εμβρόντητος άρον-άρον από τον άμβωνα μετά από την υπόδειξη-παρέμβαση του Στεργιάδη και συνέχισε την λειτουργία, στη δε δεύτερη περίπτωση όταν ο Στεργιάδης έβαλε τις φωνές ο Μητροπολίτης Κυδωνιών Γρηγόριος κατέπεσε αναίσθητος και ημιπαράλυτος και μεταφέρθηκε στην έδρα του, ενώ χρειάστηκε πολύμηνη θεραπεία.
Βέβαια η ανάμειξή του στα θρησκευτικά θέματα δεν περιορίστηκε μόνο στα ανωτέρω, αλλά επεκτάθηκε και όταν κατ’ εντολή της κυβέρνησης άσκησε πίεση στους μητροπολίτες περιοχής ευθύνης της ύπατης αρμοστείας να πάνε στην Αδριανούπολη όπου θα συγκροτείτο Σύνοδος για την ανάδειξη Πατριάρχου. Έτσι καταγράφεται ένα σοβαρό επεισόδιο στο γραφείο του, το 1921, όταν κάλεσε τους μητροπολίτες Κυδωνιών και Κρήνης (Τσεσμέ) για να τους κάνει σχετικές υποδείξεις, για να μην αναδείξουν Πατριάρχη τον Μελέτιο Μεταξάκη. Επειδή εκείνοι δεν συμμορφώθηκαν, με φωνές και χτυπώντας με γροθιά το γραφείο του, προσπάθησε να τους αλλάξει απόφαση. Αποτέλεσμα. Ο Αριστ. Στεργιάδης να θέσει υπό κράτηση τους δύο μητροπολίτες μέχρι το πλοίο να αναχωρήσει για την Αλεξανδρούπολη, ενώ στον αντίποδα τους ..προσέφερε 7.000 δρχ. στον καθένα τους για τα έξοδά τους, τα οποία βεβαίως δεν αποδέχθηκαν οι μητροπολίτες, ύστερα από τα προηγηθέντα.
Στις 25 Νοεμβρίου 1921 διεξήχθησαν εκλογές για την πλήρωση του Οικουμενικού Θρόνου, ο οποίος διατελούσε σε χηρεία από την παραίτηση του προκατόχου του, Γερμανού Ε΄, τον Οκτώβριο του 1918. Οι εκλογές διεξήχθησαν σε κλίμα έντασης, πόλωσης, και διαξιφισμών και με αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Αναμείχθηκαν σε αυτές πολιτικές δυνάμεις της Ελλάδας, που τότε βρισκόταν σε «διχασμό», με την βενιζελική πτέρυγα να επιθυμεί την εκλογή του Μελετίου και την βασιλική να προσπαθεί με κάθε τρόπο να την αποτρέψει. Τελικά ο Μελέτιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης και ήταν ο τελευταίος που εξελέγη σύμφωνα με τους Γενικούς Κανονισμούς.