Πολιτισμός
Ο Περικλής Λιανός στο Χ-τύπο: “Κάθε ρόλο τον αντιμετωπίζω σα να είναι ο ρόλος της ζωής μου”
Ο αγαπημένος ηθοποιός σε μια παράσταση που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα
Βρίσκεται στο προσκήνιο της υποκριτικής από τα 19 του, και πλέον μετρά 40 χρόνια καριέρας σε θέατρο, τηλεόραση, κινηματογράφο αλλά και στο χώρο της μεταγλώττισης. Ο Περικλής Λιανός μετά από αμέτρητες επιτυχίες συνεχίζει να είναι πιστός σε αυτό που αγαπά με διαδοχικές συμμετοχές σε παραστάσεις και παραγωγές.
Την περίοδο αυτή τον βρίσκουμε στο θέατρο ΕΛΕΡ και την παράσταση “Υπόθεση Μακρόπουλος” σε σκηνοθεσία Κερασίας Σαμαρά, ένα έργο που ανεβαίνει ως θεατρικό για πρώτη φορά στην Ελλάδα και που ο ίδιος φαίνεται να έχει αγαπήσει. Ο αγαπημένος ηθοποιός μέσα από μια απολαυστική εξομολόγηση μιλά για κάθε πτυχή της τέχνης του θεάτρου, καταθέτει εμπειρίες και αποκαλύπτει τα σχέδιά του για το μέλλον τα οποία αποδεικνύουν την αδιάκοπη αγάπη του για αυτό που κάνει.
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε στην παράσταση “Υπόθεση Μακρόπουλος”. Πώς είναι η εμπειρία των παραστάσεων μέχρι στιγμής;
Έχει γίνει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράσταση πάνω στο έργο του Κάρλ Τσάπεκ και παρουσιάζεται ως θεατρικό έργο για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η εμπειρία είναι πάρα πολύ ωραία και φαίνεται ότι έχει αγαπηθεί και αρέσει πάρα πολύ. Ξέρετε, όταν κάνεις τόσους μήνες πρόβες, το έχεις οικειοποιηθεί τόσο πολύ που δεν έχεις την απόσταση να δεις αν είναι καλό ή όχι, σου αρέσει και το θεωρείς δικό σου. Με συγκινεί που έχει αυτή την ανταπόκριση. Ακούμε εξαιρετικά λόγια και χαίρομαι πολύ που είμαι σε αυτή τη δουλειά όσο κι αν κουράστηκα, διότι συνδύασα τις πρόβες με τις δύο άλλες παραστάσεις που είχα το “Καπετάν Μιχάλης” και “Το Γονεοτροφείο”, αλλά άξιζε τον κόπο.
Τι είναι αυτό που σας γοητεύει προσωπικά στο έργο;
Το κείμενο και αυτά που λέει και ο τρόπος που το έστησε η Κερασία (Σαμαρά). Η αισθητική του είναι πολύ υψηλού επιπέδου. Γιατί το πώς θα βγει η παράσταση δεν το ξέρεις όταν αποφασίζεις να πας σε μια δουλειά. Διαβάζεις το κείμενο, τους συνεργάτες και με βάση αυτά λες το “ναι”. Το αποτέλεσμα δεν το ξέρεις. Να σκεφτείτε πολλά πράγματα έγιναν δύο μέρες πριν την πρεμιέρα. Έτσι γίνεται πάντα στο θέατρο, μπορεί να γίνει μια τεράστια ανατροπή και να βγει κάτι που να το πάει το έργο τελείως αλλού. Κάθε μέρα στις πρόβες ανακάλυπτα και κάτι άλλο που δεν το είχα ανακαλύψει προηγουμένως.
Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για το ρόλο σας;
Ενδιαφέρων είναι, αλλά δεν είναι και “ρόλος ζωής” που λέμε. Εγώ κάθε ρόλο τον αντιμετωπίζω σα να είναι ο ρόλος της ζωής μου, γιατί έτσι νομίζω ότι πρέπει να γίνει και μου αρέσει πολύ. Αλλά αυτό που σε συγκινεί περισσότερο είναι το ότι είναι ενταγμένος σε αυτή την παράσταση, γιατί είναι μια πραγματικά μια πολύ αξιόλογη παράσταση.
Η κα Σαμαρά έχει ξεχωρίσει μέσα από το έργο τη φράση “η Τέχνη έχει νόημα μόνο όταν δεν ξέρει κανείς τα πάντα”. Πώς το ερμηνεύετε εσείς αυτό;
Φυσικά, γιατί η Κερασία που κάνει την “Εμίλια Μάρτυ,” στο έργο ξέρει τα πάντα! Άμα ξέρεις τα πάντα, άμα ζήσεις τα πάντα, νομίζω ότι όχι μόνο η Τέχνη, αλλά τίποτα δεν έχει νόημα.
Μεγάλη επιτυχία είχε και η παράσταση “Καπετάν Μιχάλης στην οποία πρωταγωνιστήσατε και η οποία διαφέρει αρκετά βέβαια από την “Υπόθεση Μακρόπουλος”…
Τελείως, και αυτό μου άρεσε πολύ. Και τα τρία θεατρικά που έπαιξα φέτος δεν είχε καμία σχέση το ένα με το άλλο. Ο “Καπετάν Μιχάλης” ήταν μια διασκευή πάνω στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη, μια πολύ ενδιαφέρουσα διασκευή, κάτι που επίσης ήταν τόλμημα, καθώς πρόκειται για ένα τεράστιο μυθιστόρημα με πάρα πολλά πρόσωπα. Ήταν εξαιρετική διασκευή και πολύ πρωτότυπη η σκηνοθεσία που βασίστηκε πάνω σε χορογραφία, σε πολύ αφαιρετικά πράγματα. Και θα ξαναπάει και του χρόνου, καθώς είχε μεγάλη επιτυχία.
Δεν έχετε σκεφτεί ποτέ να σκηνοθετήσετε κάτι;
Ποτέ και δεν μου αρέσει και καθόλου. Εμένα αυτό που μου αρέσει στο θέατρο είναι να μου αναθέτουν ένα ρόλο και όλη αυτή η διαδικασία. Από την πρώτη στιγμή που θα καθίσεις στο τραπέζι να διαβάσεις και σιγά σιγά πώς θα δώσεις πνοή σε αυτό τον “χάρτινο ήρωα”. Όσον αφορά τη σκηνοθεσία, κάποιος πρέπει να την κάνει κι αυτή τη δουλειά, απλώς κάποιοι την “παρακάνουν”. Πολλές φορές οι σκηνοθεσίες είναι εις βάρος του κειμένου γιατί έχουν ένα πολύ ανεπτυγμένο “εγώ”. Εγώ θα ήθελα τον σκηνοθέτη, και χαίρομαι όταν συναντώ τέτοιους σκηνοθέτης, να βοηθάει τον ηθοποιό να συναντήσει το κείμενο. Ούτε να “καπελώσει” τον ηθοποιό, ούτε το κείμενο.
Έχετε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο πάνω στην οποία δουλεύετε σε κάθε ρόλο;
Δεν υπάρχει μια μέθοδος. Το σκέφτομαι πολύ. Γιατί λέει το καθετί. Αν δεν βρω το “γιατί” του, δεν θα παίξω.
Προτιμάτε ρόλους που είναι κόντρα ή κοντά σε εσάς;
Έχει αποδειχθεί κάτι, όχι μόνο σε μένα αλλά σε όλους νομίζω. Οι ρόλοι που μου αρέσουν πολύ στην αρχή, δεν έχουν την μεγαλύτερη επιτυχία, γιατί ίσως περιορίζομαι στο “περίβλημα” το ρόλου, επειδή είναι ωραίος. Όταν όμως δεν είναι τόσο ωραίος, αλλά για πολλούς λόγους συμμετέχω σε αυτή την παράσταση, ψάχνω τότε να βρω την αλήθεια και την ουσία του και εκεί νομίζω ότι αποδίδω καλύτερα.
Είναι γεγονός ότι έχετε μια μακρόχρονη και πραγματικά εντυπωσιακή πορεία ως ηθοποιός. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που είχατε να φέρετε εις πέρας;
Ένας από τους ωραιότερους και δυσκολότερους ρόλους ήταν αυτός που έκανα στον “Καπετάν Μιχάλ”. Ήταν τελείως έξω από εμένα. Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση που την κουβαλάω σαν βραβείο μέσα μου, σαν παρακαταθήκη για ό,τι κάνω από εδώ και πέρα ήταν όταν έκανα το “Γκιγιόμ γλυκιά μου” του Γκιγιόμ Γκαλιέν. Ήταν ένας μονόλογος που έπαιζα 26 ρόλους μόνος μου και ακόμα ακούω καλά πράγματα. Ήταν κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Εκεί αναμετρήθηκα με το μέσα μου, με τις αδυναμίες μου, με τις δυνατότητές μου, ανακάλυψα πράγματα που νόμιζα ότι δεν τα έχω. Πραγματικά ήταν τεράστια τεράστια πρόκληση, γιατί δεν ήταν μόνο οι 26 ρόλοι, ένας άνθρωπος χωρίς ουδεμία βοήθεια, χωρίς ρούχα, με απλά ρούχα έπρεπε μόνο με τα μάτια του και με τις εκφράσεις του και με το σώμα του να κάνει αυτούς τους ρόλους. Ήταν ένα τεράστιο μάθημα, του τί είναι η υποκριτική.
Είχε περισσότερη προετοιμασία;
Τεράστια προετοιμασία. Δεν έχουν όλες οι παραστάσεις την ίδια. Υπάρχουν και παραστάσεις που δεν κουράζεσαι τόσο. Γιατί είναι πολύ μοιρασμένο το έργο. Εκεί ήταν τα πάντα, ήταν τεράστια η προετοιμασία και τεράστια και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Δηλαδή τις μέρες που ήταν οι παραστάσεις δεν ήθελα , μόλις ξυπνούσα το πρωί το μυαλό μου ήταν τι θα γίνει το βράδυ στην παράσταση, πώς θα μπορέσω να ανταποκριθώ. Όσο και αν λάτρεψα αυτήν την παράσταση και ακούω τόσο ωραία πράγματα και ήταν πραγματικά σταθμός για εμένα, για το μέσα μου, όταν τελείωσε γιατί πήγαμε δύο σεζόν, όταν τελείωσε τη δεύτερη σεζόν, ένιωσα και μια ανακούφιση, έφυγε ένα βάρος. Ήταν τεράστια η ευθύνη.
Δεν γίνεται να μην κάνουμε και μια αναφορά στο γεγονός ότι είχατε την ευκαιρία να αναβιώσετε έναν από τους ρόλους σας που έχουν γράψει ιστορία αυτόν του “Θόδωρου” στο Καφέ της Χαράς. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία; Είχατε διαφορετική προσέγγιση στο ρόλο σε σχέση με την πρώτη φορά;
Αυτός ο ρόλος βγήκε πάρα πολύ γρήγορα. Από το πρώτο γύρισμα που έκαναν ο Ρώμας και η Άννα (Χατζησοφιά), είπαν “αυτό είναι”. Δεν ξέρω πώς έγινε, είναι κάτι που δεν γίνεται πάντα. Συνήθως οι πρώτες σκηνές του κάθε ρόλου, προετοιμάζονταν πολύ γιατί είχαν μια αγωνία όλοι, πώς θα βγει αυτός ο ρόλος, για τον καθένα όχι μόνο για μένα. Και μένα με ξάφνιασε τον βρήκα πολύ γρήγορα τον ρόλο. Μετά ήταν αλλιώς. Καταρχάς ήταν ο “Θόδωρος” ήταν πλέον αντιδήμαρχος και όχι γραμματέας. Και μετά είχε αποκτήσει κάτι που δεν είχε την πρώτη φορά. Την πρώτη φορά ήταν θύμα. Είχε αυτή την γλυκύτητα των θυμάτων, που είχε αποδεχτεί. Έγινε πιο ανταγωνιστικός, πιο στριφνός, απέκτησε άλλα στοιχεία, τα οποία μου άρεσαν. Έτσι είχε και ένα ενδιαφέρον ο ρόλος, αλλιώς τι νόημα είχε μετά από τόσα χρόνια να ξανακάνω το ίδιο.
Αν δίνατε μια συμβουλή σε κάποιον νέο ηθοποιό, ποια θα ήταν αυτή;
Να σκεφτεί πάρα πολύ καλά αν του αρέσει και αν αγαπάει αυτή τη δουλειά και αν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτή τη δουλειά. Πολλοί νέοι αλλά και γονείς φίλοι μου, που τα παιδιά τους θέλουν να γίνουν ηθοποιοί, μου λένε “ο γιος μου, η κόρη μου θέλει να γίνει ο ηθοποιός αλλά θέλουν και αυτό και εκείνο”. Μιλάω με τα παιδιά και τα ρωτάω “Καίγεσαι για το θέατρο; Θα ζούσες χωρίς το θέατρο;” Όταν μου λένε “όχι, θέλω και άλλα πράγματα”, τους λέω “τότε κάνε άλλα”. Το θέατρο είναι πολύ δύσκολη δουλειά, μόνο αν το αγαπάς πολύ πρέπει να το κάνεις αλλιώς μπορεί να είναι ένα μαρτύριο. Αν σου αρέσει όμως, αυτό γίνεται ευλογία.
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
Όπως είπαμε ο “Καπετάν Μιχάλης” θα ξαναπαιχτεί. Λόγω της απήχησης του “Μακρόπουλου” υπάρχουν σκέψεις να συνεχιστεί, αλλά επειδή εγώ τουλάχιστον έχω δεσμευτεί για αλλά πράγματα το χειμώνα, όπως και άλλοι ηθοποιοί πρέπει να βρεθεί τη λύση. Θα είμαι σε ένα έργο της Γαλάτειας Καζαντζάκη με έναν πολύ ενδιαφέροντα νεανικό θίασο. Ακόμη, θα είμαι σε ένα παιδικό έργο στο οποίο ξεκινάω πρόβες αυτές τις μέρες γιατί θα πάμε περιοδεία το καλοκαίρι, την “Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων”. Αυτό θα πάει και το χειμώνα και από τον Γενάρη θα ξανακάνω ένα άπαιχτο έργο που διεκόπη λόγω της πανδημίας, είναι του Δημήτρη Κεχαΐδη και το σκηνοθετεί η ανιψιά του, η Αθηνά Κεφαλά.